Καλογιάννης


Καλογιάννης ή Ιωαννίτσης (1168 - 1207) τσάρος των Βουλγάρων (1197 - 1207) μικρότερος αδελφός των Ιβάν και Πέτρου Ασέν, διάδοχος του Πέτρου Ασέν. Ο δολοφόνος του Ιωάννη Ασέν Ιβάνκο Βλάχος στην καταγωγή (κατα Μιχάλη Χωνιάτη) παντρεύτηκε την Θεοδώρα Αγγελίνα κόρη της Άννας Αγγελίνας και του Ισαάκ Κομνηνού (σεβαστοκράτορα που είχε πεθάνει στην Βλαχία αιχμάλωτος λίγους μήνες πρίν). Πήρε το όνομα Αλέξιος και πολέμησε για λογαριασμό του Αλέξιου 3ου Άγγελου. Αργότερα στράφηκε εναντίον του και αιχμαλώτισε τον στρατηγό Μανουήλ Καμυτζή (1197) που αργότερα εξαγοράστηκε απο τον αντίπαλο του Ιβάνκο, Ντομπρομίρ. Ο πατριός της Θεοδώρας και δεύτερος σύζυγος της Άννας Θεόδωρος Λάσκαρης κατόρθωσε με κόλπο να τον συλλάβει. Ο Καλογιάννης συνέχισε εντονότερα την επιθετική πολιτική των αδελφών του κατά του Βυζαντίου, φτάνοντας σε σημείο να συμμαχήσει με τον ίδιο τον φονιά του αδελφού του Ιβάνκο που ήταν απο το 1196 Βυζαντινός κυβερνήτης της Φιλιππούπολης και με τον Dobromir Hriz κυβερνήτη της Strumica. Η συμμαχία διαλύθηκε όταν το Βυζάντιο κατανίκησε τους συμμάχους του. Ο Καλογιάννης κατέλαβε απο το Βυζάντιο Κωνστάντεια, Βάρνα (1201), και τμήμα της Σλαβικής Μακεδονίας (1202). Τότε δέχτηκε απροσδόκητη επίθεση απο τον βασιλιά της Ουγγαρίας Imre που κατέκτησε Βελιγράδι, Νίς. Ο Καλογιάννης εκδικήθηκε την επόμενη χρονιά κατακτώντας πίσω τα εδάφη του, κατατροπώνοντας τους Ούγγρους. Τα απέδωσε στον αδελφό του Vukan Stefan Prvovvencani (Στέφανο 1ο) της Σερβίας. Το 1187 ο Καλογιάννης στάλθηκε απο τα αδέλφια του όμηρος στην Κων/πολη και δραπέτευσε δύο χρόνια μετά.

Σχέσεις με τον πάπα

Το 1199 δέχτηκε τις προτάσεις του πάπα Ιννοκέντιο του 3ου για ένωση του με την Καθολική εκκλησία. Δέχτηκε κολακευτικές προτάσεις απο τον πάπα που τον ονόμασε διάδοχο των βασιλέων Μιχαήλ 1ου, Συμεών 1ου, και Σαμουήλ. Ο Καλογιάννης δέν απάντησε αμέσως γιατί ήταν απασχολημένος σε πόλεμο με την Καθολική Ουγγαρία. Το 1202 ζήτησε απο τον πάπα προκειμένου να δεχτεί το πατριαρχικό στέμμα και να προάγει την Βουλγαρική εκκλησία σε πατριαρχείο. Ο Ιννοκέντιος ο 3ος θεώρησε τις προτάσεις του υπερβολικές. Ο απεσταλμένος του Καρδινάλιος Leo έφτασε στην Βουλγαρία και κήρυξε τον αρχιεπίσκοπο Βασίλειο του Τάρνοβο, αρχιεπίσκοπο Βουλγαρίας. Παράλληλα έστεψε τον Καλογιάννη "βασιλέα Βουλγάρων και Βλάχων" όχι αυτοκράτορα ευχαριστώντας τον παράλληλα για την αποδοχή προσχώρησης στην Καθολική εκκλησία.Ο Αλέξιος 3ος Άγγελος του Βυζαντίου προκειμένου να πετύχει υποστήριξη απο τον Καλογιάννη του υποσχέθηκε οτι θα τον αναγνωρίσει αυτοκράτορα, και την εκκλησιαστική έδρα του πατριαρχείο.

Επικράτηση του επι των Σταυροφόρων

Εντός ολίγου όμως (1204) οι Σταυροφόροι της 4ης Σταυροφορίας κυρίευσαν την Κωνσταντινούπολη. Ο Καλογιάννης έσπευσε να τους προσφέρει συμμαχία, αυτοί την αρνήθηκαν και άρχισαν να κυριεύουν και όλες τις δικές του περιοχές.Λόγω της κακής συμπεριφοράς των Λατίνων, οι αριστοκράτες ξεσηκώθηκαν μετά το θάνατο του Κόμη Ούγκο ντε Σαιν Πωλ, τον Φεβρουάριο του 1205, έσφαξαν τη φρουρά και προσεταιρίστηκαν τον τσάρο Ιωαννίτση ή Καλογιάννη (1205) ζητώντας την βοήθεια του και υποσχέθηκαν υποταγή.Ο Λατίνος αυτοκράτορας της Κων/πολης Βαλδουίνος ο 1ος έσπευσε να πολιορκήσει τις επαναστατημένες πόλεις, πολιόρκησε την Ανδριανούπολη και σύμφωνα με τον Λατίνο ιστοριογράφο Γουλιέλμο Βιλεαρδουίνο κατέφθασε ο Καλογιάννης ενισχυμένος με μή βαπτισμένους 14.000 Κουμάνους, έπληξαν στήνοντας ενέδρα στον Λατινικό στρατό που υπέστη συντριπτική ήττα στην μάχη του Ordin λίγο έξω απο την Ανδριανούπολη. Ο Βαλδουίνος ο 1ος συνελήφθη, αργότερα πιθανώς θανατώθηκε σκληρά.

Βιαιοπραγίες κατά Ελλήνων

Σε πείσμα των επιτυχιών του πολλοί Έλληνες ευγενείς επαναστάτησαν και άρχισαν να συνομωτούν εναντίον του και τότε ο βιαιότατος Καλογιάννης άρχισε να καταλαμβάνει Ελληνικές πόλεις της Θράκης. Στην Φιλιππούπολη συνάντησε αντίσταση(1205), και αυτός τους ζήτησε υποταγή με αντάλλαγμα να τους αφήσει ανενόχλητους. Άν και οι κάτοικοι της Φιλιππούπολης δέχτηκαν αθέτησε τον λόγο του και η αγριότητα η δική του και των Βουλγάρων - Κουμάνων που ήταν στον στρατό του ξεπέρασε κάθε όριο. Οι Βούλγαροι κατάσφαξαν ή έκαψαν ζωντανούς πολλούς κατοίκους. Τους περισσότερους προκρίτους έγδαραν ζωντανούς. Ταυτόχρονα κατέστρεψαν και δενδροτόμησαν την ύπαιθρο. Ο σύγχρονος χρονογράφος Ν. Χωνιάτης, γράφει ότι "έγιναν πράγματα που ανθρώπου μάτι δεν είχε δει και ο νους; του ανθρώπου δεν μπορούσε να συλλάβει".Την ίδια τύχη είχαν την ίδια περίοδο και οι Σέρρες. Ο Καλογιάν πήρε τον τίτλο του Ρωμαιοκτόνου. Οι Σταυροφόροι ωστόσο δεν εγκατέλειψαν την προσπάθεια ανακατάληψης του Διδυμοτείχου. Με πολιορκητικές μηχανές και υπό τον Ερρίκο της Φλάνδρας, αδελφό του Βαλδουίνου του 1ου πολιόρκησαν την πόλη το καλοκαίρι του 1205. Ωστόσο ο Ερυθροπόταμος –γεγονός που αποδόθηκε σε θαύμα- ξεχείλισε από ισχυρές βροχοπτώσεις και προξένησε τεράστιες καταστροφές στους πολιορκητές, εδραιώνοντας την κυριαρχία των Επαναστατών. Τότε ο Βούλγαρος τσάρος Ιωαννίτσης, ο αποκαλούμενος και Σκυλόγιαννης για την σκληρότητά του, θεωρώντας την υποταγή του Διδυμοτείχου και της Ανδριανούπολεως ως το έπαθλο ολόκληρου του πολέμου, έστειλε το στρατό του εναντίον της πόλης και την πολιόρκησε με 16 μεγάλους καταπέλτες (το κάστρο του Διδυμοτείχου αποτελείται από 18 πύργους με 50 ώς 100 μέτρα μεταξύ τους απόσταση, ήταν τετράπλευροι, κυκλικοί, πεντάπλευροι, πολυγωνικοί και είχαν σχεδιασμένα γεωμετρικά μοτίβα όπως ο σταυρός, ο ρόμβος, το ημικύκλιο, η τεθλασμένη γραμμή και το δέντρο της ζωής). Βλέποντας τον επερχόμενο κίνδυνο η ηγεσία της πόλης ζήτησε την βοήθεια των Λατίνων της Κωνσταντινουπόλεως, αναγνωρίζοντας την επικυριαρχία των , με τον όρο να τοποθετηθεί άρχοντας ο Θεόδωρος Βρανάς, βυζαντινός στρατηγός, γιος του στρατηγού Αλεξίου Βρανά και εκπροσώπου της ντόπιας φεουδαρχίας, ο οποίος ήταν σύζυγος της πριγκίπισσας Αγνής, κόρης του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου Ζ΄ και της Αδέλας της Καμπανίας, με την οποία απέκτησε μια κόρη. Η πρόταση έγινε δεκτή από τους Φράγκους. Οι Βούλγαροι που εντωμεταξύ παρέκτρεψαν την κοίτη του Ερυθροπόταμου , ώστε να αποκοπεί η τροφοδοσία της πόλης από τα υδραγωγεία , όταν πληροφορήθηκαν ότι πλησίαζαν οι Λατίνοι έκαψαν τις πολιορκητικές μηχανές και αποσύρθηκαν βιαστικά στις 24 Ιουνίου 1206. Όμως τέλη Αυγούστου επανήλθαν. Και στη δεύτερη αυτή πολιορκία οι ταλαιπωρημένοι υπερασπιστές και τα μισογκρεμισμένα τείχη νικήθηκαν. Η πόλη ισοπεδώθηκε. Τα τείχη καταστράφηκαν. Οι ευγενείς εφονεύθησαν. Ο πληθυσμός σύρθηκε σε αιχμαλωσία. Το μόνο που κατάφερε ο νέος αυτοκράτορας της Κωνσταντινουπόλεως Ερρίκος, ο αδερφός του Βαλδουίνου της Φλάνδρας και ο ίδιος που πολιορκούσε την πόλη το καλοκαίρι του 1205, ήταν να σώσει τους περισσότερους αιχμαλώτους. Τον Ιανουάριο του 1206 ο Καλογιάννης έσφαξε 120 Γάλλους ευγενείς κοντά στο Rusium και αμέσως μετά κατέλαβε το Arpos δυτικά της Κωνσταντινούπολης σφάζοντας ή αιχμαλωτίζοντας όλους τους κατοίκους και ισοπεδώνοντας την πόλη (αργότερα ξανακτίσθηκε απο τον πρώην διοικητή του Θεοδόσιο Βρανά). Τα νέα για την άλωση του Arpos ή Ναπολης έφθασαν στο Rodosto (πόλη δίπλα απο την Ανδριανούπολη) όπου οι Λατίνοι και Γάλλοι υπερασπιστές της πόλης τράπηκαν σε φυγή ενώ οι εναπομείναντες κάτοικοι δήλωσαν αμέσως υποταγή στον Ιωαννίτση. Ο αιμοβόρος Βούλγαρος κατέστρεψε όλη την Θράκη εκτός απο την Κωνσταντινούπολη, την Σηλυβρία και την Bizye.

Τελικές αποτυχίες και δολοφονία του Καλογιάννη

Οι Σταυροφόροι στην συνέχεια ανέκαμψαν και άρχισαν να επιτίθενται στις επαρχίες του Καλογιάννη με την βοήθεια του Θεόδωρου 1ου Λάσκαρη, αυτοκράτωρα της Νίκαιας. Τον Μάρτιο του 1207 ο Λάσκαρης αλλάζοντας στρατόπεδο σύναψε συμμαχία με τον Καλογιάννη που τον Απρίλιο 1207 πολιόρκησε την επαναστατημένη Ανδριανούπολη. Μετά απο έναν μήνα πολιορκίας εγκατέλειψε την πόλη αφού οι Λατίνοι είχαν ανακάμψει με τον ικανότερο αυτοκράτορα Ερρίκο της Φλάνδρας αδελφό του Βαλδουίνου και το ιππικό των Κουμάνων αποστάτησε. Τον Ιούνιο του 1207 τερμάτισε η συμμαχία με τον Θεόδωρο Λάσκαρη αφού υπέγραψε ανακωχή δύο ετών με τους Λατίνους. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους τα στρατεύματα του πολιόρκησαν την Θεσσαλονίκη σκοτώνοντας τον διοικητή της πόλης Βονιφάτιο Μομφερατικό και στέλνοντας το κεφάλι του στον Καλογιάννη. Αμέσως μετά όμως δολοφονήθηκε και ο ίδιος ο Καλογιάννης στον ύπνο του απο τον Κουμάνο αξιωματικό Manastre λόγω προσωπικών συμφερόντων. Ο φόνος του Καλογιάννη σήμανε και το τέλος της Βουλγαρικής κυριαρχίας.

Μεγάλη Βουλγαρία (632–681)

Kubrat · Batbayan

1η Βουλγαρική Αυτοκρατορία (681–1018)

Asparukh · Tervel · Kormesiy · Sevar · Kormisosh · Vinekh · Telets · Sabin · Umor · Toktu · Pagan · Τελερίγ · Kardam · Κρούμος · Ομούρταγ · Μαλαμίρ · Presian ·Μπορίς Α΄ · Vladimir · Συμεών Α' · Πέτρος ο Α' (Καλόγηρος) · Μπορίς Β',· Ρωμανός · Σαμουήλ · Γαβριήλ Ράντομιρ · Ιβάν Βλαντισλάβος ·Πρεσιανός Β',

2η Βουλγαρική Αυτοκρατορία (1186–1396)

Ιβάν Ασέν Α΄ · Πέτρος Δ' · Ιβάν Α', · Καλογιάννης · Μπορίλ · Ιβάν Άσεν Β' · Καλιμάν - Ασέν Α' · Μιχαήλ - Ασέν Α' · Καλιμάν - Ασέν Β' · Μήτσο - Ασέν · Κωνσταντίνος Τίκη · Ιβαήλος · Ιβάν Άσεν Γ' · Γεώργιος Τέρτερ Α' · Σμίλετς · Τσάκας · Θεόδωρος Σβετοσλάβ · Γεώργιος Τέρτερ Β'· Μιχαήλ - Σισμάν · Ιβάν Στεφάν · Ιβάν Αλεξάντερ · Ιβάν Σισμάν · Ιβάν Σρατσιμίρ

Βασίλειο της Βουλγαρίας (1908–1946)

Αλέξανδρος Α΄ · Φερδινάνδος Α΄· Μπορίς Γ΄ ·Συμεών Γ΄

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de