Ενοχή
|
Ενοχή (λατ. obligatio, γερμ. Schuld) ονομάζεται στο Αστικό Δίκαιο η σχέση, με την οποία ένα πρόσωπο έχει υποχρέωση προς ένα άλλο σε παροχή. Τα διαβιούντα πρόσωπα σε μια κοινωνία για την ικανοποίηση των βιοτικών τους αναγκών έρχονται σε σχέση προς άλληλα. Κάποιες από αυτές τις σχέσεις τις αναγνωρίζει και τις ρυθμίζει ο νόμος, οπότε χαρακτηρίζονται "έννομες σχέσεις". Έτσι η έννομη σχέση υποχρεώνει το ένα πρόσωπο έναντι συγκεκριμένου άλλου σε ορισμένη πράξη ή και παράλειψη η οποία και καλείται ενοχή. Το δε περιεχόμενο από την πράξη αυτή, ή την παράλειψη, στην οποία υποχρεούται το πρόσωπο, στη νομική επιστήμη χαρακτηρίζεται παροχή. Δε συνιστούν ενοχή σχέσεις, τις οποίες το Δίκαιο αφήνει αρρύθμιστες, όπως σχέσεις φιλοφροσύνης ή ηθικού καθήκοντος. Στην έννομη σχέση της ενοχής, που εκ των πραγμάτων είναι αντιμέτωπη, διακρίνονται δύο υποκείμενα: 1. Το πρόσωπο που υποχρεούται σε πράξη ή παράλειψη, που ονομάζεται οφειλέτης, και Η ορολογία δανειστής και οφειλέτης είναι γενική και αφορά όλες τις ενοχές. Δε σχετίζεται (παρ' όλη τη γλωσσική ομοιότητα) με τη σύμβαση δανείου, όπου τα μέρη ονομάζονται δανειοδότης και δανειολήπτης αντίστοιχα. Αντικείμενο της ενοχής μπορεί να είναι είτε πράξη (π.χ. καταβολή κάποιου ποσού κλπ.), είτε παράλειψη (π.χ. ο αποχωρών συνέταιρος από μια επιχείρηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να μην ανοίξει επιχείρηση πλησίον της εταιρείας). Διάκριση ενοχών Οι ενοχές διακρίνονται α) σε απλές ή σύνθετες, εκ των οποίων οι σύνθετες περαιτέρω σε συμπλεκτικές ή διαζευκτικές, και β) σε διαιρετές και αδιαίρετες. * Απλή ενοχή: Ονομάζεται εκείνη που αφορά ένα αντικείμενο Κάθε ενοχή παρουσιάζει δύο όψεις την "παθητική" δυνάμει της οποίας υποχρεώνεται ένα πρόσωπο σε παροχή, που λέγεται υποχρέωση και στην "ενεργητική" δυνάμει της οποίας δικαιούται έτερο πρόσωπο ν΄ απαιτήσει την παροχή, που λέγεται απαίτηση. Ο κλάδος του Αστικού Δικαίου που ρυθμίζει τις ενοχές ονομάζεται Ενοχικό Δίκαιο. Στην Ελλάδα το Ενοχικό Δίκαιο αποτελεί το δεύτερο βιβλίο του Αστικού Κώδικα (άρθρα 287-946). Πηγές ενοχών Πηγές των ενοχών είναι η δικαιοπραξία και ο νόμος. Ανάλογα με τη γενεσιουργό τους αιτία διακρίνονται σε: 1. Ενοχές από δικαιοπραξία: πηγή της ενοχής από δικαιοπραξία είναι η βούληση των μερών. Ο οφειλέτης αναλαμβάνει να καταβάλει με τη θέλησή του στον δανειστή μια παροχή. Συνηθέστερη μορφή αυτών είναι η σύμβαση. Για παράδειγμα από τη σύμβαση ναύλωσης δημιουργείται ενοχικός δεσμός μεταξύ εκναυλωτή και ναυλωτή με παραγόμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις εκατέρωθεν. Ο λόγος για τον οποίο ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση προς παροχή δεν ενδιαφέρει το Δίκαιο. Συνηθέστατα θα είναι η αντιπαροχή, το αντάλλαγμα για την παροχή του. Έτσι στις αμφοτεροβαρείς συμβάσεις (συμβάσεις όπου και τα δύο μέρη έχουν υποχρεώσεις, π.χ. πώληση) και τα δύο μέρη θα είναι και δανειστές και οφειλέτες για την αντίστοιχη παροχή (ο πωλητής θα είναι οφειλέτης για το πράγμα και δανειστής για το τίμημα και ο αγοραστής αντίστροφα). Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
<@=@=@> |
|
|