Κύπρος , Υδρολογία


Οι υδάτινοι πόροι της Κύπρου, επιφανειακοί και υπόγειοι είναι περιορισμένοι και αυτό οφείλεται στο ξηροθερμικό της κλίμα, το ανάγλυφο, τη γεωλογία, τη μικρή έκταση του νησιού και την ανομοιόμορφη κατανομή της βροχόπτωσης στις διάφορες περιοχές της.

Ο εμπλουτισμός των υδάτινων πόρων της Κύπρου γίνεται αποκλειστικά από τη βροχόπτωση. Γενικά η ποσότητα της βροχής που δέχεται η Κύπρος είναι χαμηλή (η μέση ετήσια βροχόπτωση της περιόδου 1916-1980 ήταν 503 χιλιοστόμετρα) και η εξάτμιση μεγάλη, πράγμα που περιορίζει σοβαρά τους υδάτινους πόρους του νησιού. Επίσης η βροχόπτωση κατανέμεται ανομοιόμορφα στην έκταση του νησιού. Στην πεδιάδα της Μεσαορίας κυμαίνεται μεταξύ 300 και 350 χιλιοστομέτρων ενώ στις ορεινές περιοχές του Τροόδους μεταξύ 600 και 1.100 χιλιοστομέτρων.

Ο όγκος του νερού που δέχεται η Κύπρος από μια κανονική μέση ετήσια βροχόπτωση είναι περίπου 4.600 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Από αυτά, ποσοστό 80 % επιστρέφει στην ατμόσφαιρα σαν κατευθείαν εξάτμιση και σαν διαπνοή από τα φυτά, ποσοστό 7% εμπλουτίζει τα υπόγεια υδροφόρα στρώματα και ποσοστό 13% μπορεί να χαρακτηριστεί σαν επιφανειακή απορροή (δηλαδή νερό που καταλήγει στους ποταμούς και είτε χρησιμοποιείται για αρδευτικούς, βιομηχανικούς και οικιστικούς σκοπούς, είτε καταλήγει στη θάλασσα) .

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΟΙ ΥΔΑΤΙΝΟΙ ΠΟΡΟΙ

Επιφανειακοί υδάτινοι πόροι είναι το σύνολο των νερών των ποταμών, των λιμνών, των ελών, των πηγών κλπ. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται και το σύνολο των νερών που αποθηκεύεται στα φράγματα.

Ένα μεγάλο μέρος των επιφανειακών υδάτινων πόρων χρησιμοποιείται για αρδεύσεις και ένα άλλο μέρος, με κατάλληλη επεξεργασία, χρησιμοποιείται για οικιακούς και βιομηχανικούς σκοπούς. Επίσης ένα άλλο μέρος εισχωρεί στο έδαφος και εμπλουτίζει τα υπόγεια υδροφόρα στρώματα, πολύ μικρό μέρος διαπνέεται από τα φυτά που βρίσκονται κοντά στην κοίτη των ποταμών ή εξατμίζεται κατευθείαν από την ελεύθερη επιφάνεια του νερού των ποταμών. Το υπόλοιπο αποτελεί τη ροή των ποταμών.

Ποταμοί

Κούρης ποταμός, Φράγμα Κούρη – Λεμεσός

Οι ποταμοί στην Κύπρο γενικά ρέουν από το Δεκέμβρη μέχρι το τέλος του Μάη και είναι χείμαρροι. Ορισμένοι όμως από αυτούς σε υψόμετρο πάνω από 1.000 μέτρα έχουν ροή και το καλοκαίρι. Το νερό που καταλήγει στους ποταμούς (επιφανειακή απορροή) είναι κατά μέσο όρο 600 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Από αυτό χρησιμοποιείται μόνο το 25% δηλαδή 150 εκατομμύρια κυβικά μέτρα το χρόνο, και τα υπόλοιπα 450 εκατομμύρια κυβικά μέτρα χάνονται στη θάλασσα. Το ποσοστό νερού που χάνεται κάθε χρόνο στη θάλασσα μειώνεται σταθερά, σαν αποτέλεσμα της πολιτικής για ανάπτυξη των υδάτινων πόρων του νησιού και την κατασκευή μεγάλων υδατοφρακτών, στα πλαίσια υδατικών σχεδίων, στους οποίους θα διοχετεύονται τα νερά μεγάλων ποταμών.

Η ποσότητα του νερού που ρέει κάθε χρόνο στους ποταμούς, ο τρόπος και η διάρκεια της ροής, η κατανομή της στο χρόνο, η μέγιστη παροχή και το ποσοστό σε κάθε μια από τις χρήσεις, υπολογίζονται με τις κατάλληλες υδρομετρήσεις και παρατηρήσεις που διενεργεί τακτικά το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων. Επίσης γίνονται τακτικές μετρήσεις των μεταφερομένων ιζημάτων και της ποιότητας του νερού των ποταμών. Οι μετρήσεις αυτές είναι πρωταρχικής σημασίας, γιατί πάνω σ' αυτές στηρίζονται οι διάφορες μελέτες για τον προγραμματισμό και την αξιοποίηση των επιφανειακών νερών με την κατασκευή των κατάλληλων υδατικών έργων.

Οι μεγαλύτεροι ποταμοί του νησιού πηγάζουν από το Τρόοδος, που δέχεται και τη μεγαλύτερη βροχόπτωση απ' όλες τις περιοχές της Κύπρου. Οι περισσότεροι από αυτούς αρχίζουν τη ροή τους βόρεια ή νότια της κορυφογραμμής, η οποία αρχίζει από τη βουνοκορφή του Μαχαιρά στα ανατολικά και συνεχίζεται δυτικότερα προς τις κορφές Σταυρόπευκος, Παπούτσα, Αδελφοί, Τρόοδος, Κύκκος και Τρίπυλος.

Οι μεγαλύτεροι ποταμοί της Κύπρου είναι οι ακόλουθοι:

1.Πηδιάς 2.Γιαλιάς 3.Σερράχης 4.Διαρίζος 5.Ξερός Ποταμός 6.Έζουσα 7.Κούρης 8.Ακάκι 9.Χαποτάμι 10.Περιστερώνα 11.Οβγός 12.Τρέμιθος 13.Ελιά 14.Σταυρός της Ψώκας 15.Πεντάσχοινος 16.Καρκώτης 17.Βασιλικός 18.Μαρώνι 19.Γερμασόγεια 20.Ατσάς 21.Λιμνάτης 22.Κρυός 23.Αλυκός 24.Γαρύλλης 25.Σέτραχος 26.Λιμνίτης 27.Ξερός

Από τους πιο πάνω ποταμούς, ο μεγαλύτερος σε μήκος είναι ο Πηδιάς (98 χιλιόμετρα) και ακολουθούν οι ποταμοί Γιαλιάς (88 χιλιόμετρα), Σερράχης (55 χιλιόμετρα), Διαρίζος (42 χιλιόμετρα), Ξερός Ποταμός (41,5 χιλιόμετρα) και Έζουσα (41 χιλιόμετρα) .

Από την οροσειρά του Πενταδακτύλου πηγάζουν μικρά ρυάκια που είτε χύνονται στη θαλάσσια περιοχή της Κερύνειας (Αργάκι των Καραβιών, Καταρράκτης, Κηπιά, Μαυρολίμνη κ.α.), είτε διασχίζουν την κεντρική πεδιάδα και χύνονται στον κόλπο της Μόρφου (Αλουπός και Αργάκι του Παλαιοκάστρου) και στον κόλπο της Αμμοχώστου (Γεροκόλυμπος, Καλαμούλης, Άγιος Σάββας, Γεροπόταμος κ.ά.) . Επίσης άλλα ρυάκια που πηγάζουν από τον Πενταδάκτυλο διασχίζουν την κεντρική πεδιάδα και ενώνονται με άλλους κύριους ποταμούς. Μεταξύ των ρυακιών αυτών είναι ο Αλμυρός, που ενώνεται με τον Πηδιά, το ρυάκι Στενώματα που ενώνεται με τον Οβγό κ.ά.

Πηγές

Είναι σημεία της επιφάνειας της γης από όπου αναβλύζει νερό. Οι πηγές μελετούνται με τους επιφανειακούς υδάτινους πόρους γιατί τροφοδοτούν τη ροή των ποταμών καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου.

Οι πηγές είναι ζωτικής σημασίας γιατί σε αυτές στηρίζεται η υδατοπρομήθεια μεγάλου αριθμού χωριών, ακόμη και πόλεων, και η άρδευση σημαντικών εκτάσεων γης.

Υπάρχουν εκατοντάδες πηγές στην Κύπρο, που είναι σκορπισμένες σε όλη της την έκταση. Οι μεγάλες πηγές της Κύπρου είναι κάπου 300. Μετρούνται τακτικά ογκομετρικώς εκτός από ορισμένες στις οποίες υπάρχουν εγκατεστημένοι αυτόματοι μετρητές. Ταυτόχρονα με τις μετρήσεις παροχής των πηγών γίνεται και δειγματοληψία για να εξεταστεί ο χημικός και βιολογικός τους χαρακτήρας.

Οι μεγάλες πηγές ονομάζονται κεφαλόβρυσα και συχνά κοντά σ' αυτές βρίσκονται και άλλες μικρότερες. Τα κυριότερα κεφαλόβρυσα της Κύπρου είναι εκείνα της Κυθρέας, της Λαπήθου και του Καραβά, που βρίσκονται στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής περιοχή της Κύπρου. Τα τρία κεφαλόβρυσα δημιουργήθηκαν στην περιοχή του υδροφόρου στρώματος των ασβεστόλιθων του Πενταδακτύλου. Οι ασβεστόλιθοι της οροσειράς περιβάλλονται από τους αδιαπέρατους σχηματισμούς του φλύσχη και των μαργαϊκών κρητίδων. Λόγω της τεκτονικής του δομής το υδροφόρο στρώμα των ασβεστόλιθων χωρίζεται σε διαμερίσματα όπου συσσωρεύονται τα νερά της βροχής. Οι υπόγειες αυτές δεξαμενές τροφοδοτούν τις μεγάλες πηγές της οροσειράς και ιδιαίτερα τα τρία μεγάλα κεφαλόβρυσα.

* Κεφαλόβρυσο Κυθρέας: Είναι η μεγαλύτερη πηγή νερού της Κύπρου. Βρίσκεται περί τα 3 χμ. βόρεια του χωριού Κυθρέα, στη διοικητική έκταση του οποίου περιλαμβάνεται. Η πηγή, που βρίσκεται σε υψόμετρο 264 μέτρων περίπου, διαδραμάτισε πριν από την τουρκική εισβολή σημαντικό ρόλο στην όλη οικονομική ανάπτυξη και ευημερία της περιοχής Κυθρέας. Η μέση ημερήσια παροχή του κεφαλόβρυσου κατά την περίοδο 1945-1971 ήταν 13.000 μ3 νερού. Από αυτά, 680 μ3 περίπου χρησιμοποιούνταν για την υδατοπρομήθεια της Κυθρέας και των γύρω χωριών και άλλα 650-1.000 μ νερού για την ύδρευση ορισμένων χωριών της Μεσαορίας. Η υπόλοιπη παροχή νερού χρησιμοποιούνταν για σκοπούς άρδευσης των κήπων των εσπεριδοειδών και άλλων αρδευομένων καλλιεργειών της Κυθρέας.

* Κεφαλόβρυσο Λαπήθου: Βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του Πενταδακτύλου, σε υψόμετρο 259 μέτρων. Το κεφαλόβρυσο, που βρίσκεται μέσα στη διοικητική έκταση του χωριού Λάπηθος, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε απόδοση πηγή της Κύπρου. Η μέση ημερήσια απόδοση του κεφαλόβρυσου κατά την περίοδο 1955-1971 ήταν 3.500 μ3 περίπου. Υπολογίζεται ότι το 5% της ημερήσιας παροχής νερού χρησιμοποιούνταν για την ύδρευση της Λαπήθου και το 95% για την άρδευση των κήπων των εσπεριδοειδών του χωριού.

* Κεφαλόβρυσο Καραβά: Βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του Πενταδάκτυλου, σε υψόμετρο 186 μέτρων. Το κεφαλόβρυσο, που βρίσκεται στη διοικητική έκταση του χωριού Καραβάς, είναι η τρίτη μεγαλύτερη σε απόδοση πηγή της Κύπρου. Η μέση ημερήσια απόδοσή του κατά την περίοδο 1955-1971 ήταν γύρω στα 2.850 μ3 νερού. Από αυτά ποσοστό 7% περίπου χρησιμοποιούνταν για την ύδρευση του Καραβά και το υπόλοιπο για σκοπούς άρδευσης του χωριού.

Μικρότερης απόδοσης πηγές που φέρουν την ονομασία κεφαλόβρυσο υπάρχουν και σε άλλες περιοχές της Κύπρου. Οι κυριότερες από αυτές είναι:

* Κεφαλόβρυσο Πάνω Κιβίδων: Το κεφαλόβρυσο βρίσκεται σε υψόμετρο 390 περίπου μέτρων, μέσα στην έκταση του χωριού Πάνω Κιβίδες. Η μέση ημερήσια απόδοσή του κατά την περίοδο 1969-1973 ήταν 1.38Ο μ3 νερού.

* Κεφαλόβρυσο της Κρήτου Τέρρα: Βρίσκεται στην περιοχή του χωριού Κρήτου Τέρρα, σε υψόμετρο 450 μέτρων. Κατά την περίοδο 1966-1973 η μέση ημερήσια παροχή του ήταν 1.120 μ3 περίπου.

* Κεφαλόβρυσο Καλού Χωριού Μόρφου: Πρόκειται για πηγή νερού στην περιοχή του κατεχόμενου χωριού Καλό Χωριό (Καπούτι), σε υψόμετρο 140 μέτρων. Η μέση ημερήσια απόδοσή του κατά την περίοδο 1966-1970 ήταν γύρω στα 600 μ3 νερού.

* Κεφαλόβρυσο Πέλλα Πάϊς: Βρίσκεται στην περιοχή του κατεχόμενου χωριού Πέλλα Πάϊς, σε υψόμετρο 262 μέτρων. Το κεφαλόβρυσο είχε κατά την περίοδο 1967-1971 μέση ημερήσια απόδοση 430 μ3 νερού.

* Κεφαλόβρυσο Παλαιομύλου: Είναι πηγή νερού στην περιοχή του κατεχόμενου χωριού Λάρνακας της Λαπήθου, σε υψόμετρο 192 μέτρων. Η μέση ημερήσια απόδοση της πηγής κατά την περίοδο 1964-1971 ήταν 180 μ3 νερού.

* Κεφαλόβρυσο Πάνω Πλατρών: Βρίσκεται στην περιοχή του χωριού Πάνω Πλάτρες, σε υψόμετρο 1.280 μέτρων. Η μέση ημερήσια απόδοσή του κατά την περίοδο 1966-1979 ήταν 370 μ3 νερού.

Σε παλαιότερες εποχές, τα μεγάλα κεφαλόβρυσα, δηλαδή εκείνα της Κυθρέας, της Λαπήθου και του Καραβά, εκτός από την ύδρευση και την άρδευση των γύρω από αυτά περιοχών, είχαν διαδραματίσει ζωτικό ρόλο στην οικονομία των χωριών στα οποία βρίσκονται και με άλλες χρήσεις: Τα κεφαλόβρυσα αυτά αποτελούσαν την κινητήρια δύναμη αρκετών νερόμυλων που βρίσκονταν κατά μήκος της κοίτης όπου έρεε το νερό τους. Φημισμένοι νερόμυλοι-αλευρόμυλοι ήταν τόσο εκείνοι της Κυθρέας, που εξυπηρετούσαν ολόκληρη την γύρω περιοχή, όσο κι εκείνοι της Λαπήθου και του Καραβά.

Επίσης, οι πηγές αυτές ήταν πόλος έλξης επισκεπτών. Ιδίως στο κεφαλόβρυσο της Κυθρέας, που βρίσκεται πλησιέστερα προς τη Λευκωσία, πολλοί κάτοικοι της πρωτεύουσας πήγαιναν τακτικά χρησιμοποιώντας το ως εκδρομικό χώρο. Φυσικά εξαιτίας του άφθονου νερού που ρέει ολόχρονα, η βλάστηση κοντά στα κεφαλόβρυσα αυτά και κατά μήκος της κοίτης των νερών τους είναι πλούσια.

Εξαιτίας της σημασίας (κυρίως οικονομικής) της ύπαρξης των κεφαλόβρυσων, δημιουργήθηκαν γύρω από αυτά σε παλαιότερες εποχές θρύλοι και παραδόσεις. Για τα μεγάλα κεφαλόβρυσα του Πενταδακτύλου, και ιδίως εκείνο της Κυθρέας, επικρατούσε η εντύπωση ότι το νερό ερχόταν από την Καραμανιά της Μικράς Ασίας, από τα βουνά του Ταύρου. Αρκετοί μάλιστα αφηγούνται ότι δήθεν αντικείμενα που είχαν χαθεί στη Μικρά Ασία, είχαν εκβραστεί από τα κεφαλόβρυσα στην Κύπρο. Βέβαια η θρυλούμενη υπόγεια σύνδεση των κεφαλόβρυσων με τη Μικρά Ασία δεν ευσταθεί.

Στην περιοχή της Κυθρέας βρισκόταν η πανάρχαιη κυπριακή πόλη των Χύτρων, που φαίνεται ότι και γι' αυτήν είχε σπουδαία σημασία το άφθονο και συνεχές νερό του κεφαλόβρυσου, όπως και για την αρχαία Λάπηθο.

Στην περιοχή των Χύτρων βρέθηκαν διάφορες επιγραφές. Μια απ' αυτές, των Ελληνιστικών χρόνων, χαραγμένη στη βάση αγάλματος της Βασίλισσας Αρσινόης Φιλαδέλφου, την αναφέρει ως Αρσινόην Φιλάδελφον Ναϊάδα. Το χαρακτηριστικό επίθετο Ναϊάς που χρησιμοποιήθηκε εδώ σημαίνει Νεράιδα του νερού, πράγμα που φανερώνει τη σημασία η οποία αποδιδόταν στην πηγή του κεφαλόβρυσου που βρίσκεται εκεί.

Λίμνες

Οι βασικές λίμνες της Κύπρου είναι η αλυκή της Λάρνακας και η αλυκή της Λεμεσού. Η πρώτη βρίσκεται στα νότια της πόλης της Λάρνακας και η δεύτερη στη χερσόνησο του Ακρωτηρίου, στα νοτιοδυτικά της πόλης της Λεμεσού. Σε πρόσφατους τοπογραφικούς χάρτες ωστόσο εμφανίζεται και μια τρίτη λίμνη, εκείνη του Παραλιμνίου, η οποία βρίσκεται στα δυτικά του ομώνυμου οικισμού. Πρόκειται για μια σχετικά αβαθή λεκάνη στην οποία συλλέγονται τα νερά της βροχής και των μικρών ρυακιών του χειμώνα. Η αλμυρότητα της λίμνης οφείλεται στα άλατα που βρίσκονται στις αργίλους της καθώς και στη μεγάλη εξάτμιση που επικρατεί. Το περισσότερο διάστημα του χρόνου η λίμνη είναι χωρίς νερό.

Φράγματα

Οι περιορισμένοι υδάτινοι πόροι του νησιού και οι αυξανόμενες υδατικές ανάγκες για αρδευτικούς, οικιστικούς, βιομηχανικούς και τουριστικούς σκοπούς, οδήγησε στην κατασκευή υδατοφρακτών για αύξηση των υδατικών αποθεμάτων και προώθηση της ορθολογιστικής τους χρησιμοποίησης. Από το 1900 κατασκευάστηκε στο χωριό Κούκλια, της επαρχίας Αμμοχώστου, φράγμα χωρητικότητας 4.545.000 μ3. Μέχρι το 1980 η συνολική χωρητικότητα των φραγμάτων της Κύπρου ήταν 65 περίπου εκατομμύρια κυβικά μέτρα, ενώ το 1985 έφτασε τα 151 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 1990 η συνολική χωρητικότητα των φραγμάτων της Κύπρου θα φτάσει τα 290 περίπου εκατομμύρια κυβικά μέτρα.

Το μεγαλύτερο φράγμα της Κύπρου είναι εκείνο στον ποταμό Κούρη, χωρητικότητας 115 εκατομμυρίων μ3, η κατασκευή του οποίου συμπληρώθηκε το 1988. Το φράγμα κατασκευάστηκε στα πλαίσια της πρώτης φάσης του αρδευτικού σχεδίου του Νότιου Αγωγού. Μερικά άλλα αξιόλογα φράγματα κατασκευάστηκαν επίσης, πρόσφατα, στα πλαίσια μεγάλων υδατικών και αναπτυξιακών έργων. Το φράγμα του Ασπρόκρεμμου, χωρητικότητας 51 εκ. μ3, αποτελεί την κύρια πηγή νερού του αρδευτικού σχεδίου της Πάφου. Τα φράγματα της Καλαβασού, χωρητικότητας 17 εκ. μ3, και του Διπόταμου, χωρητικότητας 15 εκ. μ3, κατασκευάστηκαν στα πλαίσια του αρδευτικού σχεδίου του Βασιλικού-Πεντάσχοινου. Ο υδατοφράκτης Ξυλιάτου, χωρητικότητας 1,3 εκ. μ3, κατασκευάστηκε στα πλαίσια του σχεδίου Ενιαίας Αγροτικής Αναπτύξεως Πιτσιλιάς. Τέλος, στα πλαίσια του αρδευτικού σχεδίου Χρυσοχούς κατασκευάστηκε το φράγμα της Ευρέτου, χωρητικότητας 25 εκ. μ3, ενώ ταυτόχρονα προγραμματίζεται η κατασκευή δεύτερου φράγματος πάνω στον ποταμό Έζουσα, χωρητικότητας 8 εκ. μ3.

Τα κυριότερα φράγματα της Κύπρου που κατασκευάστηκαν από το 1900 μέχρι το 1987 καθώς και η χωρητικότητα και ο χρόνος συμπλήρωσής τους δίνονται πιο κάτω:

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΦΡΑΓΜΑΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑ (1.000 μ3)
Κούκλια 1900 4.545
Λύμπια 1945 18 3
Λυθροδόντας 1945 32
Καλό Χωριό Κλήρου 1947 82
Ακρούντα 1947 23
Γαληνή 1947 23
Πέτρα 1948 32
Πέτρα (δεύτερο φράγμα) 1951 23
Λυθροδόντας 1952 32
Καφίζες 1953 113
Άγιος Λουκάς 1955 455
Γύψου 1955 100
Καντού 1956 34
Πέρα Πεδί 1956 55
Πύργος 1957 285
Τριμήκλινη 1958 340
Πρόδρομος 1962 122
Μόρφου 1962 1.879
Λεύκα 1962 368
Κιόνελι 1962 1.045
Αθαλάσσα 1962 791
Κανλί 1963 1.113
Αργάκα 1964 1.150
Μια Μηλιά 1964 355
Οβγός 1964 845
Τρέμιθος 1964 1.614
Αγρός 1964 99
Λιοπέτρι 1964 340
Πολεμίδια 1965 3.864
Αγία Μαρίνα (Χρυσοχούς) 1965 311
Καλοπαναγιώτης 1966 391
Μαυροκόλυμπος 1966 2.180
Πωμός 1966 859
Γερμασόγεια 1968 13.600
Σύγκραση 1968 1.115
Λεύκαρα 1973 13.850
Μάσαρι 1973 2.273
Παλαιχώρι-Καμπί 1973 620
Αρακαπάς 1975 130
Λύμπια 1977 220
Ξυλιάτο 1982 1.300
Ασπρόκρεμμος 1982 51.000
Καλαβασός 1984 17.000  
Διπόταμος 1984 15.000
Ευρέτου 1986 25.000
Κούρης 1989 115.000
     

Β. ΥΠΟΓΕΙΟΙ ΥΔΑΤΙΝΟΙ ΠΟΡΟΙ

Τα υπόγεια νερά είναι αποθηκευμένα μέσα σε κατάλληλα υδροφόρα στρώματα (υδροφορείς) του υπεδάφους. Τα υδροφόρα αυτά στρώματα έχουν συνήθως μικρό πάχος που σπάνια ξεπερνά τα 100 μέτρα. Αποτελούνται κυρίως από ποτάμιες αποθέσεις, ασβεστολιθικούς ψαμμίτες, ασβεστόλιθους και καρστοποιημένους γύψους.

Οι υπόγειοι υδάτινοι πόροι είναι μεγάλης σημασίας για την οικονομία του νησιού, ιδιαίτερα για τη γεωργική ανάπτυξη. Κατά τους θερινούς μήνες που δεν πέφτει βροχή και η ροή των ποταμών σταματά, μεγάλες γεωργικές εκτάσεις αρδεύονται με άντληση από τα υπόγεια νερά. Εξάλλου η ύδρευση των πόλεων και χωριών της Κύπρου στηρίζεται, σε μεγάλο βαθμό, στα υπόγεια νερά.

Ο ετήσιος εμπλουτισμός των υπόγειων υδροφόρων στρωμάτων είναι περίπου 350 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Δυστυχώς τα περισσότερα υδροφόρα στρώματα υπεραντλούνται με αποτέλεσμα τη διείσδυση θαλάσσιου νερού στις παράκτιες περιοχές. Στην Κύπρο υπάρχουν περί τις 20 χιλιάδες διατρήσεις από τις οποίες αντλούνται κάπου 430 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού το χρόνο, δηλαδή 3% περισσότερο του εμπλουτισμού. Η αρδευόμενη έκταση γης από διατρήσεις το 1985 ανερχόταν στα 20.000 εκτάρια περίπου.

Τα κυριότερα υδροφόρα στρώματα της Κύπρου είναι τα ακόλουθα:

* 1. Υδροφόρο στρώμα Δυτικής Μεσαορίας (Μόρφου)

Είναι το σημαντικότερο υδροφόρο στρώμα της Κύπρου, η άντληση από το οποίο συνέβαλε στην άρδευση των εκτεταμένων κήπων εσπεριδοειδών της πεδιάδας της Μόρφου. Αποτελείται από αμμοχάλικα και ασβεστολιθικούς ψαμμίτες με παρεμβολές από φακούς ιλύος και αργίλου. Ο εμπλουτισμός του υδροφόρου στρώματος γίνεται κυρίως από τους ποταμούς που το διασχίζουν.

Το πάχος του υδροφορέα κυμαίνεται μεταξύ 30 και 100 μέτρων και αυξάνεται από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Το ανατολικό τμήμα αποτελείται από ασβεστολιθικούς ψαμμίτες και οι παροχές των γεωτρήσεων κυμαίνονται μεταξύ 10 και 50 κυβικών μέτρων την ώρα. Το δυτικό τμήμα του υδροφορέα έχει καλύτερες υδραυλικές ιδιότητες και οι παροχές των γεωτρήσεων κυμαίνονται από 50 μέχρι 250 κυβικά μέτρα την ώρα.

Ο μέσος ετήσιος εμπλουτισμός του υδροφορέα είναι 60 περίπου εκατομμύρια κυβικά μέτρα και η άντληση 80 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Σαν αποτέλεσμα της υπεράντλησης παρατηρήθηκε εισροή θαλάσσιου νερού σε παράκτιες περιοχές. Χαρακτηριστικά στην περιοχή κοντά στη Μόρφου, η στάθμη του υπόγειου νερού είναι 1 -25 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Από το 1974 το μεγαλύτερο τμήμα του υδροφόρου στρώματος βρίσκεται κάτω από τουρκική στρατιωτική κατοχή και δεν υπάρχουν πληροφορίες για τη σημερινή του κατάσταση.

* 2. Υδροφόρο στρώμα Νοτιοανατολικής Μεσαορίας (Κοκκινοχωριών)

Είναι το δεύτερο σημαντικότερο υδροφόρο στρώμα της Κύπρου. Καλύπτει έκταση 500 τετραγωνικών χιλιομέτρων και αποτελείται από ασβεστολιθικούς ψαμμίτες, ασβεστόλιθους και προσχώσεις. Εμπλουτίζεται, σχεδόν αποκλειστικά, από την ετήσια βροχόπτωση αφού δεν υπάρχουν μεγάλοι χείμαρροι που να το εμπλουτίζουν το χειμώνα.

Το υδροφόρο στρώμα των Κοκκινοχωριών γνώρισε, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, εντατική εκμετάλλευση. Σ' αυτό έχουν ανορυχθεί πάνω από 16.000 διατρήσεις, από τις οποίες περισσότερες από τις μισές είναι παράνομες. Το 1985 αρδεύονταν στα Κοκκινοχώρια από διατρήσεις κάπου 7.000 εκτάρια γης. Ο μέσος ετήσιος εμπλουτισμός του υδροφορέα είναι 25 εκατομμύρια κυβικά μέτρα και η άντληση 5Ο εκατομμύρια. Σαν αποτέλεσμα της υπεράντλησης έχει προκληθεί εισροή θαλάσσιου νερού στο υδροφόρο στρώμα και πολλές διατρήσεις εγκαταλείφτηκαν.

* 3. Υδροφόρο στρώμα Ακρωτηρίου-Κούρη

Είναι το τρίτο σημαντικότερο υδροφόρο στρώμα της Κύπρου. Καλύπτει έκταση 42 τετραγωνικών χιλιομέτρων και το πάχος του είναι 30 περίπου μέτρα. Αποτελείται από αμμοχάλικα με φακοειδείς παρεμβολές ιλύος και αργίλων. Οι παροχές των γεωτρήσεων κυμαίνονται από 50 μέχρι 300 κυβικά μέτρα την ώρα. Ο ετήσιος εμπλουτισμός του στρώματος είναι 22 εκατομμύρια κυβικά μέτρα και η άντληση 17 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Ωστόσο λόγω τοπικής υπεράντλησης παρατηρήθηκε εισροή θαλάσσιου νερού στο νοτιοανατολικό του τμήμα.

* 4. Υδροφόρο στρώμα των ασβεστολίθων του Πενταδακτύλου

Καλύπτει έκταση 69 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων και τροφοδοτεί τις μεγάλες πηγές της οροσειράς του Πενταδακτύλου, ιδιαίτερα τα κεφαλόβρυσα της Κυθρέας, της Λαπήθου και του Καραβά. Ο μέσος ετήσιος εμπλουτισμός του υδροφόρου στρώματος είναι 11 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Από αυτά, 8 περίπου εκατομμύρια αντιπροσωπεύουν τη ροή των μεγάλων πηγών της οροσειράς, 1,3 περίπου εκατομμύρια την άντληση νερού από τις γεωτρήσεις που ανορύχθηκαν, και το υπόλοιπο αντιπροσωπεύει τη ροή πολύ μικρών πηγών και υγράνσεων.

Το υδροφόρο στρώμα των ασβεστολίθων του Πενταδακτύλου είναι μεγάλης σπουδαιότητας γιατί σ' αυτό στηρίζεται η υδατοπρομήθεια της πόλης της Κερύνειας, πολλών χωριών της επαρχίας και των τουριστικών της εγκαταστάσεων, καθώς και μέρους της πόλης της Λευκωσίας. Για την προστασία του υδροφόρου στρώματος, η κυπριακή κυβέρνηση είχε ετοιμάσει ειδικό πρόγραμμα για έλεγχο της ροής των πηγών. Εξάλλου, πριν από την τουρκική εισβολή του 1974 έγιναν από την κυβέρνηση στην περιοχή βαθιές διατρήσεις με πολύ καλά αποτελέσματα. Από το 1974 βρίσκεται υπό τουρκική στρατιωτική κατοχή.

* 5. Υδροφόρο στρώμα Κεντρικής Μεσαορίας

Αποτελείται από πλειοκαινικές και πλειστοκαινικές αποθέσεις και καλύπτει έκταση 200 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων. Το πάχος του κυμαίνεται μεταξύ 20 και 100 μέτρων. Περιλαμβάνει σύστημα διαφόρων υδροφόρων οριζόντων, πολλοί από τους οποίους παρέχουν αλμυρό ή ακατάλληλο νερό για υδρευτικούς και αρδευτικούς σκοπούς. Στους υδροφόρους ορίζοντες που η ποιότητα του νερού είναι καλή παρουσιάζεται μια σχετική υπεράντληση.

* 6. Υδροφόρο στρώμα παράκτιας ζώνης Κερύνειας

Καλύπτει έκταση 160 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων και αποτελείται από πλειοκαινικές και πλειστοκαινικές αποθέσεις. Από το υδροφόρο αυτό στρώμα, που το πάχος του δεν ξεπερνά τα 30 μέτρα, χάνονται υπογείως περίπου 16 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού στη θάλασσα.

* 7. Υδροφόρο στρώμα πόλης Χρυσοχούς

Αποτελείται από ποτάμιες αποθέσεις, μειοκαινικούς γύψους και ψαμμίτες και καλύπτει έκταση 75 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων. Η υδρογεωλογία του υδροφόρου αυτού στρώματος δεν είναι ακριβώς γνωστή. Υπολογίζεται ότι από αυτό χάνονται υπογείως περίπου 20 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού το χρόνο.

* 8. Υδροφόρο στρώμα Κιτίου- Περβολιών- Μενεού

Το στρώμα αυτό καλύπτει έκταση 12 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων και το πάχος του κυμαίνεται μεταξύ 5 και 30 μέτρων. Το δυτικό του σύνορο αρχίζει περί το μισό μέχρι ένα χιλιόμετρο δυτικά του ποταμού Τρέμιθου, ενώ το ανατολικό του σύνορο φτάνει μέχρι την αλυκή της Λάρνακας. Αποτελείται από αλλουβιακές και πλειστοκαινικές αποθέσεις ενώ λόγω υπεράντλησης παρατηρήθηκε εισροή θαλάσσιου νερού σ' αυτό.

* 9. Υδροφόρο στρώμα παράκτιας ζώνης Πάφου

Αποτελείται από αποθέσεις θαλάσσιων αναβαθμίδων καθώς και αποθέσεις των σχηματισμών Λευκωσίας και Αθαλάσσας. Το πάχος του υδροφόρου στρώματος δεν ξεπερνά τα 8 μέτρα ενώ η έκταση που καλύπτει είναι 49 περίπου τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η γεωλογική κατασκευή του υδροφόρου στρώματος, η θέση του και οι μεγάλες κλίσεις του υδροφόρου ορίζοντα συνέβαλαν ώστε από τον ετήσιο εμπλουτισμό, πέντε περίπου εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού να χάνονται στη θάλασσα.

* 10. Υδροφόρα στρώματα ποτάμιων αποθέσεων Έζουσας, Ξερού Ποταμού και Διαρίζου στην Πάφο

Πρόκειται για τρία μικρά υδροφόρα στρώματα που σχηματίστηκαν από τις ολοκαινικές ποτάμιες αποθέσεις της Έζουσας (9 τετρ.χιλιόμετρα), του Ξερού Ποταμού (10,2 τετρ. χιλιόμετρα) και του Διαρίζου (7,5 τετρ. χιλιόμετρα) . Το πάχος των αποθέσεων των τριών ποταμών ποικίλλει αλλά δεν ξεπερνά τα 35 μέτρα. Ο εμπλουτισμός των υδροφόρων στρωμάτων εξαρτάται από τη ροή των τριών ποταμών κατά τον προηγούμενο χρόνο. Μπορεί όμως να λεχθεί ότι σχεδόν κάθε χρόνο και τα τρία στρώματα εμπλουτίζονται πλήρως.

* 11. Υδροφόρο στρώμα Πισσουρίου-Παραμαλίου

Αποτελείται από 4 ζώνες: την παράκτια ζώνη, τη ζώνη των γύψων, τη ζώνη των ψαμμιτών και κρητίδων και τη ζώνη των κρητίδων. Η αντλούμενη ποσότητα νερού από τη ζώνη των γύψων και την παράκτια ζώνη είναι μικρή και εξαρτάται από τη ροή του ποταμού Χαποτάμι ο οποίος τις εμπλουτίζει. Η υδρογεωλογία των υπόλοιπων ζωνών δεν είναι ακριβώς γνωστή.

* 12. Υδροφόρο στρώμα του ποταμού της Γερμασόγειας

Το μικρό αυτό υδροφόρο στρώμα, έκτασης 5 τετραγωνικών χιλιομέτρων, αποτελείται από ολοκαινικές ποτάμιες αποθέσεις του ποταμού της Γερμασόγειας. Το πάχος του στρώματος είναι 25 μέτρα και ο εμπλουτισμός του εξαρτάται από τις ποσότητες που αφήνονται από το φράγμα της Γερμασόγειας.

* 13. Υδροφόρο στρώμα Μαρωνιού-Αλαμινού

Αρτεσιανό υδροφόρο στρώμα με καλές προοπτικές, το οποίο δεν έχει ακόμη υποστεί εντατική εκμετάλλευση. Αποτελείται από αποθέσεις του σχηματισμού Πάχνας (εναλλασσόμένες στρώσεις κιμωλιών, μαργών και ψαμμιτών) .

* 14. Υδροφόρο στρώμα Λάπαθου

Πρόκειται για μικρό υδροφόρο στρώμα στην περιοχή του χωριού Λάπαθος Αμμοχώστου, που αποτελείται από πλειοκαινικές και πλειστοκαινικές αποθέσεις. Εξαιτίας της υπεράντλησης το υδροφόρο στρώμα έχει σχεδόν αποξηρανθεί.

* 15. Υδροφόρο στρώμα Αγίου Ανδρονίκου

Μικρό υδροφόρο στρώμα στην περιοχή του Αγίου Ανδρονίκου της Καρπασίας. Λόγω της υπεράντλησης έχει πέσει η στάθμη ολόκληρου του υδροφόρου στρώματος.

* 16. Υδροφόρο στρώμα Ριζοκαρπάσου

Μικρό υδροφόρο στρώμα στην περιοχή του Ριζοκαρπάσου, που αποτελείται από πλειοκαινικές και πλειστοκαινικές αποθέσεις. Μέρος του υδροφόρου στρώματος ήταν, μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974, ανεκμετάλλευτο.

* 17. Υδροφόρο στρώμα Τροόδους

Μέχρι το 1968 πιστευόταν ότι τα εκρηξιγενή πετρώματα του Τροόδους δεν είχαν καμιά υδρογεωλογική σημασία και το Ινστιτούτο Γεωλογικών Επιστημών της Μεγάλης Βρετανίας είχε αποφανθεί ότι ήταν αδύνατο να ανορυχθούν γεωτρήσεις με παροχή μεγαλύτερη από 4 κυβικά μέτρα την ώρα. Ωστόσο το Τμήμα Γεωλογικής Επισκοπήσεως της Κύπρου είχε αντίθετη άποψη και από το 1976 άρχισε μια συστηματική υδρογεωλογική έρευνα των εκρηξιγενών πετρωμάτων του Τροόδους. Μέχρι σήμερα έχουν ανορυχθεί πάνω από 150 γεωτρήσεις σε βάθος 150-200 μέτρων με πολύ καλά αποτελέσματα. Οι περισσότερες γεωτρήσεις έγιναν μέσα στους γάββρους και αρκετές από αυτές είχαν απόδοση 20-250 κυβικά μέτρα την ώρα.

Κύπρος

Από τη Live-Pedia.gr . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de