Μανδάτωρ
|
Μανδάτωρ -ωρος (ο) [δημ. Μανδάτορας] Ανώτατος υπάλληλος της Βασιλικής Αυλής (Αυτοκρατορικής) του Βυζαντίου έργο του οποίου ήταν να μεταβιβάζει τις διαταγές του Αυτοκράτορα. Το αξίωμα αυτό έφεραν πολλοί, με επί κεφαλής αυτών τον "Πρωτομανδάτωρα". Ένας δε εξ αυτών "παρά τω Βασιλεί" έφερε "χρυσούν βεργίν" δηλαδή ράβδο χρυσή διακοσμημένη με πολύτιμους λίθους συνοδεύοντας τον Αυτοκράτορα κατά τις εξόδους του σε δημόσιες εμφανίσεις και τελετές. Μέσω δε αυτού ο Αυτοκράτορας προσφωνούσε τον λαό. Μανδάτωρες υπήρχαν και στο στρατό με καθήκοντα αγγελιαφόρου ή συνδέσμου μεταξύ των Διοικητών "οι τα μανδάτα των αρχόντων οξέως διακομίζοντες". Εκλεγόντουσαν από κάθε Τάγμα "άνδρες γοργοί και φρόνιμοι και λαλούντες, αν ενδέχηται, και διαφόρους γλώσσας". Αντ΄ αυτών εκφωνούνταν τα παραγγέλματα των Διοικητών τόσο κατά τις ασκήσεις όσο και στο πεδίο της μάχης. Στο δε πεδίο της μάχης οι Μανδάτωρες εκτελούσαν και καθήκοντα ανιχνευτή προς προστασία των Διοικητών. Μετά τη πτώση της Κωνσταντινούπολης το αξίωμα αυτό πέρασε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, σε όλους τους Βασιλικούς Οίκους της Ευρώπης (που τηρείται μέχρι και σήμερα στις επίσημες τελετές)(*), αλλά και στα Πατριαρχεία και στις Επισκοπές. * Εις μεν τους Βασιλικούς Οίκους, είναι εκείνοι που κτυπώντας τη "Ράβδο" στο έδαφος ανακοινώνουν την άφιξη προσκεκλημένων Ηγεμόνων και αυτών των Βασιλέων ή την αποχώρησή τους. Λαογραφία Από αυτό το Βυζαντινό αξίωμα-βαθμό προέρχεται παραφθαρμένη σήμερα η λέξη "μαντάτο" = είδηση, αγγελία, νέο. Ενώ στη καθομιλουμένη φέρεται με κάποια σκωπτικότητα: "Ήρθαν τα μαντάτα σου". (περισσότερο για άσχημα νέα).
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
<@=@=@> |
|
|