Ελλάδα


Η Ελλάδα (παλαιότερα: Ἑλλάς, επίσημα: Ελληνική Δημοκρατία), είναι χώρα στην νοτιοανατολική Ευρώπη, στο νοτιότερο άκρο της Βαλκανικής χερσονήσου, στην Ανατολική Μεσόγειο. Συνορεύει στην ξηρά, βόρεια με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και την Βουλγαρία, στα βορειοδυτικά με την Αλβανία και στα βορειοανατολικά με την Τουρκία. Βρέχεται ανατολικά από το Αιγαίο Πέλαγος, στα δυτικά από το Ιόνιο και νότια από την Μεσόγειο Θάλασσα. Έχει μακρά και πλούσια ιστορία κατά την οποία άσκησε μεγάλη πολιτισμική επίδραση σε τρεις ηπείρους.

Γεωγραφία της Ελλάδας

Στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους εμφανίστηκαν οι πρώτοι πολιτισμοί της Ευρώπης, ο Κυκλαδικός και ο Μινωικός, ενώ αργότερα εμφανίστηκε ο αναγνωρισμένος ως ο πρώτος ελληνικός πολιτισμός, ο Μυκηναϊκός. Την εποχή των πολιτισμών αυτών, ακολούθησε μία σκοτεινή περίοδος περίπου μέχρι το 800 π.Χ., οπότε εμφανίζεται ένας καινούριος ελληνικός πολιτισμός, βασισμένος στο μοντέλο της πόλης-κράτους. Είναι ο πολιτισμός που θα διαδοθεί με τον αποικισμό των ακτών της Μεσογείου, θα αντισταθεί στην Περσική εισβολή με τους δύο επιφανέστερους εκπροσώπους του, την κοσμοπολίτικη και δημοκρατική Αθήνα και την μιλιταριστική και ολιγαρχική Σπάρτη, θα αποτελέσει τη βάση του Ελληνιστικού πολιτισμού που δημιούργησαν οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα επηρεάσει την πολιτισμική φυσιογνωμία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και αργότερα θα πυροδοτήσει την Αναγέννηση στην Ευρώπη.

Στρατιωτικά κατώτερη σε σύγκριση με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ., αν και ο Ελληνικός πολιτισμός τελικά κατέκτησε τον Ρωμαϊκό τρόπο ζωής. Οι Ρωμαίοι αναγνώρισαν και θαύμασαν τον πλούτο του Ελληνικού πολιτισμού, τον μελέτησαν βαθιά και έγιναv συνειδητά συνεχιστές του. Διέσωσαν επίσης και μεγάλο μέρος της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Αν και ήταν μόνο ένα μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο ελληνικός πολιτισμός θα συνέχιζε να δεσπόζει στην Ανατολική Μεσόγειο, και όταν τελικά η Αυτοκρατορία χωρίστηκε στα δύο, η ανατολική ή Βυζαντινή Αυτοκρατορία, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, θα είχε κυρίως λόγω γλώσσας έντονο τον ελληνικό χαρακτήρα. Από τον 4ο μέχρι τον 15ο αιώνα, η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επέζησε επιθέσεις έντεκα αιώνων από δυτικά και ανατολικά, μέχρι που η Κωνσταντινούπολη έπεσε στις 29 Μαΐου του 1453 στα χέρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σταδιακά το Βυζάντιο κατακτήθηκε ολόκληρο μέσα στον 15ο αιώνα.

Η Οθωμανική κυριαρχία συνεχίστηκε μέχρι το 1821 που οι Έλληνες κήρυξαν την ανεξαρτησία τους. Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 έληξε το 1828. Το 1830 αναγνωρίζεται η ανεξαρτησία του νέου ελληνικού κράτους. Εγκαθιδρύθηκε μοναρχία το 1833. Μέσα στον 19ο και τον πρώιμο 20ό αιώνα, η Ελλάδα προσπάθησε να προσαρτήσει στα εδάφη της όλες τις περιοχές που ακόμη ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και είχαν ελληνόφωνο πληθυσμό, πράγμα που κατάφερε εν μέρει, επεκτείνοντας σταδιακά την έκτασή της, μέχρι να φτάσει το σημερινό της μέγεθος το 1947.

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ελλάδα ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος μέχρι το 1949. Αργότερα, το 1952, η Ελλάδα έγινε μέλος του ΝΑΤΟ. Στις 21 Απριλίου του 1967 ο στρατός, υποβοηθούμενος από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, πήρε την εξουσία με πραξικόπημα. Οι δικτάτορες στη συνεχεια διαχωρίστηκαν και απο τον Βασιλιά, τον εκδίωξαν απο την χώρα και κατήργησαν τη μοναρχία. Η στρατιωτική Χούντα υπήρξε η αιτία δημιουργίας, μετά από λανθασμένους χειρισμούς που εκμεταλλεύτηκε η Τουρκική πλευρά, του Κυπριακού ζητήματος, το οποίο οδήγησε στην κατάρρευσή της το 1974. Έπειτα από το δημοψήφισμα στις 8 Δεκεμβρίου 1974, το πολίτευμα της Ελλάδας μετατράπηκε ξανά σε αβασίλευτη Δημοκρατία και συντάχθηκε νέο σύνταγμα από την Ε' Αναθεωρητική Βουλή που τέθηκε σε ισχύ στις 11 Ιουνίου 1975, το οποίο ισχύει μέχρι σήμερα, αναθεωρημένο το 1986 και το 2001. Η Ελλάδα έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1981 και μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) το 2001.

Πολιτικά

Το Σύνταγμα του 1975 περιέχει εκτενείς εγγυήσεις των ελευθεριών και των δικαιωμάτων του πολίτη, ελευθερίες και δικαιώματα που ενισχύθηκαν περαιτέρω με την αναθεώρηση του 2001. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την αναθεώρηση αυτή κατοχυρώθηκαν, για πρώτη φορά συνταγματικά, πέντε ανεξάρτητες αρχές, οι τρεις εκ των οποίων (Συνήγορος του Πολίτη, Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων) είναι ταγμένες στην προστασία και διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων. Η Ελλάδα είναι επίσης μέλος της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Σε πολιτειακό και οργανωτικό επίπεδο, το Σύνταγμα διακρίνει τρεις εξουσίες: τη νομοθετική, την εκτελεστική και την δικαστική. Στη νομοθετική μετέχουν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η Βουλή· στην εκτελεστική ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση, ενώ η δικαστική εξουσία ασκείται από τα δικαστήρια στο όνομα του ελληνικού λαού.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ιεραρχικά, βρίσκεται στην κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας, μετέχει στη νομοθετική με τη δημοσίευση των νόμων και τη δυνατότητα αναπομπής ψηφισμένου νομοσχεδίου, ενώ ορίζεται από το Σύνταγμα ως ρυθμιστής του πολιτεύματος [2]. Εκλέγεται, έμμεσα, από την Βουλή με διαδοχικές ψηφοφορίες των μελών της, στις οποίες επιδιώκεται η εξασφάλιση πλειοψηφίας 2/3, σε πρώτη φάση, και 3/5, σε δεύτερη, του συνόλου των μελών της. Σε περίπτωση αποτυχίας συγκέντρωσης των ανωτέρω πλειοψηφιών, διαλύεται η Βουλή, προκηρύσσονται εκλογές και η νέα Βουλή εκλέγει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της, ή και με σχετική αν δεν συγκεντρωθεί η απόλυτη πλειοψηφία. Οι εξουσίες του Προέδρου είναι περιορισμένες καθώς ασκεί, κυρίως, τελετουργικά καθήκοντα. Όλες, σχεδόν, οι πράξεις του, χρήζουν προσυπογραφής από τον Πρωθυπουργό ή άλλο μέλος της Κυβέρνησης (Υπουργό), όπως για παράδειγμα τα προεδρικά διατάγματα. Από την υποχρέωση προσυπογραφής εξαιρούνται ρητά ελάχιστες πράξεις του Προέδρου που προβλέπονται από το Σύνταγμα, όπως ο διορισμός των υπαλλήλων της Προεδρίας της Δημοκρατίας. Η θητεία του είναι πενταετής με δικαίωμα επανεκλογής για μία ακόμη φορά.

Η νομοθετική εξουσία ασκείται από την Βουλή των Ελλήνων, τα μέλη της οποίας εκλέγονται με καθολική μυστική ψηφοφορία για τετραετή θητεία. Εκλογές μπορεί να κηρυχθούν νωρίτερα για έκτακτους λόγους, όπως αυτοί ορίζονται στο Σύνταγμα. Μετά, πάντως, το 1975 η προκήρυξη πρόωρων εκλογών αποτελεί τον κανόνα, με την επίκληση, συνήθως, από τις απερχόμενες κυβερνήσεις ιδιαζούσης σημασίας εθνικού θέματος. Η Ελληνική Δημοκρατία χρησιμοποιεί για την ανάδειξη των βουλευτών ένα σύνθετο ενδυναμωμένο εκλογικό σύστημα αναλογικής εκπροσώπησης (ενισχυμένη αναλογική), που αποθαρρύνει τη δημιουργία πολυκομματικών κυβερνήσεων συνεργασίας και επιτρέπει ισχυρή κυβέρνηση πλειοψηφίας, ακόμα και αν το πρώτο κόμμα υστερεί της πλειοψηφίας των ψήφων. Για να μπορεί να καταλάβει μία από τις 300 βουλευτικές έδρες ένα κόμμα, πρέπει να έχει λάβει τουλάχιστον το 3% του συνόλου των ψήφων, ενώ με τον εκλογικό νόμο, που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις Βουλευτικές εκλογές του 2007, το πρώτο κόμμα εξασφαλίζει απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή με ποσοστό 41%.

Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από την Κυβέρνηση, κεφαλή της οποίας είναι ο Πρωθυπουργός, το ισχυρότερο πρόσωπο του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Η Κυβέρνηση καθορίζει και κατευθύνει τη γενική πολιτική της Χώρας[3], εφαρμόζει την πολιτική που εγκρίνει μέσω των νομοθετικών πράξεων η Βουλή, αλλά ταυτόχρονα μετέχει στη νομοπαρασκευαστική διαδικασία, μέσω της σύνταξης και της προώθησης προς ψήφιση των νομοσχεδίων. Η Κυβέρνηση με βάση την αρχή της δεδηλωμένης οφείλει να απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής, να έχει λάβει δηλαδή ψήφο εμπιστοσύνης από την πλειοψηφία των Βουλευτών. Στα πλαίσια δε της σύγχρονης κομματικής δημοκρατίας, η Κυβέρνηση κυριαρχεί και στη νομοθετική λειτουργία, καθώς προέρχεται από το Κόμμα που ελέγχει την πλειοψηφία του Κοινοβουλίου, καθιστώντας, έτσι, την ψήφιση των νόμων μια τυπική, κατά κανόνα, διαδικασία. Λόγω δε της συχνής έως καταχρηστικής επίκλησης της κομματικής πειθαρχίας, η δυνατότητα διαφωνίας κυβερνητικού βουλευτή με την Κυβέρνηση που στηρίζει θεωρείται σπάνιο φαινόμενο. Σε έκτακτες περιπτώσεις μπορεί η Κυβέρνηση να εκδίδει Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, οι οποίες έχουν ισχύ νόμου και οφείλουν να εγκριθούν εντός 40 ημερών από τη Βουλή.

Ο Πρωθυπουργός αποτελεί την κεφαλή της κυβέρνησης και, με βάση το Σύνταγμα, είναι, συνήθως (αν και όχι απαραίτητα), ο αρχηγός του έχοντος την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή κυβερνώντος κόμματος. Βάσει του άρθρου 82 του Συντάγματος, "ο Πρωθυπουργός εξασφαλίζει την ενότητα της Κυβέρνησης και κατευθύνει τις ενέργειές της, καθώς και των δημοσίων γενικά υπηρεσιών για την εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής μέσα στο πλαίσιο των νόμων" [3]. Οι βασικότερες εξουσίες του είναι οι εξής:

* Προεδρεύει του Υπουργικού Συμβουλίου, στο οποίο μετέχει μαζί με τους Υπουργούς.

* Με δέσμια πρότασή του διορίζονται και παύονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας οι Υπουργοί και οι Υφυπουργοί της Κυβέρνησης.

* Καθορίζει με τον οικείο Υπουργό τις αρμοδιότητες των Υφυπουργών.

* Προΐσταται τεσσάρων αυτοτελών υπηρεσιών και γραμματειών: του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, της Γραμματείας της Κυβερνήσεως, της Κεντρικής Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής και της Γενικής Γραμματείας Τύπου.

* Δίνει άδεια για τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης οποιουδήποτε κειμένου πρέπει, κατά το νόμο, να καταχωρισθεί σε αυτήν.

Οικονομία

Δημογραφία

Κύριο άρθρο: Οικονομία της Ελλάδας

Η Ελλάδα έχει μικτή καπιταλιστική οικονομία, με τον δημόσιο τομέα να συνεισφέρει περίπου στο μισό του Α.Ε.Π.. Ο Τουρισμός αποτελεί μία πολύ σημαντική βιομηχανία, που συνεισφέρει κι αυτή σε μεγάλο ποσοστό του Α.Ε.Π., και επίσης αποτελεί πηγή συναλλάγματος. Το 2004 η μεγαλύτερη βιομηχανία στην Ελλάδα με έσοδα γύρω στα 12 δισ. ευρώ ήταν η συνήθως σχετικά αφανής ναυτιλία.

Η οικονομία βελτιώνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια, καθώς η κυβέρνηση εφάρμοσε αποτελεσματική οικονομική πολιτική, στην προσπάθεια της ένταξης της Ελλάδας στην ζώνη του ευρώ, την 1 Ιανουαρίου 2001. Παράγων που σίγουρα βοήθησε σε αυτήν την πορεία είναι ότι η Ελλάδα είναι αποδέκτης οικονομικής βοήθειας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ίσης περίπου με το 3,3% του Α.Ε.Π. Η συνέχιση τόσο γενναιόδωρων ενισχύσεων από την Ε.Ε. όμως είναι υπό αμφισβήτηση. Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την είσοδο χωρών πολύ φτωχότερων από την Ελλάδα σε συνδυασμό με την ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας θα βγάλει πιθανότατα πολλές περιοχές από τον λεγόμενο Στόχο 1 του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης στον οποίο κατευθύνονται και οι περισσότερες επιδοτήσεις και στον οποίο ανήκουν περιοχές με Α.Ε.Π. κατά κεφαλήν μικρότερο του 75% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Με τα στοιχεία του 2003 από τον Στόχο 1 έχουν βγει οι εξής περιοχές: Αττική, Νότιο Αιγαίο, Στερεά Ελλάδα, Κεντρική Μακεδονία, Βόρειο Αιγαίο και οριακά η Πελοπόννησος.

Μεγάλες προκλήσεις παραμένουν, η μείωση της ανεργίας και η περαιτέρω ανοικοδόμηση της οικονομίας μέσω και της ιδιωτικοποίησης διαφόρων μεγάλων κρατικών εταιρειών, η αναμόρφωση της κοινωνικής ασφάλισης, διόρθωση του φορολογικού συστήματος, και η ελαχιστοποίηση των γραφειοκρατικών αδυναμιών. Η ανάπτυξη υπολογίζεται σε 3,9% για το 2004.

Η εθνική κεντρική τράπεζα του κράτους της Ελλάδας είναι η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), η οποία όμως έχει παραχωρήσει τις περισσότερες αρμοδιότητές της στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Ε.Κ.Τ.), μετά την είσοδό της στην ζώνη του ευρώ το 2001.

Κύριο άρθρο: Δημογραφία της Ελλάδας

Άρθρο βασικών αποτελεσμάτων απογραφής: Απογραφή 2001

Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2001)[5] ο μόνιμος πληθυσμός της χώρας είναι 10.934.097 κ. Την ημέρα της απογραφής, στη χώρα βρέθηκαν και απογράφηκαν (πραγματικός πληθυσμός) 10.964.020 κ.

Η Διεθνής Έκθεση για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες που συντάσσει κάθε έτος το Υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, αναφέρει το 2005: «Περίπου 97% των πολιτών αυτοπροσδιορίζονται, τουλάχιστον κατ’ όνομα, ως Ελληνoρθόδοξοι. Υπάρχουν περίπου 500.000-800.000 παλαιοημερολογίτες σε ολόκληρη τη χώρα – υπερ-συντηρητικοί Ορθόδοξοι, οι οποίοι χρησιμοποιούν το Ιουλιανό ημερολόγιο και είναι αφοσιωμένοι στις παραδοσιακές Ελληνορθόδοξες πρακτικές. Η κυβέρνηση δεν τηρεί στατιστικά στοιχεία για τις θρησκευτικές ομάδες. Κατά τη διάρκεια των απογραφών πληθυσμού, οι κάτοικοι δεν ερωτώνται για το θρησκευτικό τους πιστεύω. Οι αρχές υπολογίζουν ότι η Τουρκόφωνη Μουσουλμανική κοινότητα αριθμεί 98.000 άτομα, αλλά, άλλοι υπολογίζουν ότι ο αριθμός αυτός ανέρχεται σε 140.000 άτομα. Τα περισσότερα χριστιανικά μη Ορθόδοξα δόγματα συναπαρτίζονται κατά κύριο λόγο από γηγενείς Έλληνες. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αναφέρουν ότι έχουν 30.000 περίπου ενεργά μέλη και 50.000 άτομα που έχουν προσχωρήσει στην πίστη. Οι Καθολικοί υπολογίζονται σε 50.000. Οι Προτεστάντες, συμπεριλαμβανόμενων των Ευαγγελιστών, είναι 30.000, και οι οπαδοί της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών (Μορμόνοι) 300. Οι Σαϊεντολόγοι ισχυρίζονται ότι έχουν 500 ενεργά εγγεγραμμένα μέλη. Η από αιώνων υπάρχουσα Εβραϊκή κοινότητα αριθμεί περίπου 5.000 πιστούς, από τους οποίους 2.000 υπολογίζεται ότι διαμένουν στη Θεσσαλονίκη. Περίπου 250 μέλη της κοινότητας των Μπαχάι είναι διασκορπισμένα στην χώρα, τα περισσότερα των οποίων δεν είναι πολίτες ελληνικής καταγωγής. Η αρχαία Ελληνική Θρησκεία του Δωδεκαθέου έχει περίπου 2.000 μέλη. Υπάρχουν ακόμα μικρές ομάδες Αγγλικανών, Βαπτιστών, καθώς και άλλοι Χριστιανοί που δεν ανήκουν σε κάποιο συγκεκριμένο δόγμα. Δεν υπάρχει επίσημη ή ανεπίσημη εκτίμηση ως προς τον αριθμό των αθέων. Η πλειοψηφία των κατοίκων μη ελληνικής υπηκοότητας δεν είναι Ορθόδοξοι. Η μεγαλύτερη από αυτές τις ομάδες είναι Αλβανοί[5], συμπεριλαμβανόμενων των νομίμων και παρανόμων μεταναστών. Αν και οι περισσότεροι Αλβανοί δεν ανήκουν σε κάποια θρησκεία, παραδοσιακά συνδέονται με τη Μουσουλμανική, την Ορθόδοξη, ή τη Ρωμαιοκαθολική πίστη. Εκτός της εντόπιας Μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, οι Μουσουλμάνοι μετανάστες που βρίσκονται στην υπόλοιπη χώρα υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε 200.000-300.000.» [6]

Τις τελευταίες δεκαετίες η Ελλάδα έχει δεχτεί ένα μεγάλο κύμα μετανάστευσης. Ο συνολικός αριθμός των μεταναστών υπολογίζεται περίπου στο 10% του συνολικού πληθυσμού ή στις 950.000 ανθρώπους. Νόμιμοι κάτοικοι της χώρας είναι περίπου οι μισοί αν και οι αριθμοί έχουν μεγάλη διακύμανση λόγω της έλλειψης επίσημης μεταναστευτικής πολιτικής και της αστάθειας στις γειτονικές χώρες πηγές μεταναστών. Οι μεγαλύτερες πληθυσμιακές ομάδες σύμφωνα με την απογραφή του 2001 φαίνεται να είναι οι προερχόμενοι από Αλβανία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Πακιστάν, Ουκρανία, Πολωνία, Αίγυπτο.

Πέρα από τους αλλοδαπούς μετανάστες έχουν έρθει μετά την πτώση του Τείχους και αρκετοί ομογενείς από περιοχές της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και από τα Βαλκάνια. Οι μεγαλύτερες ομάδες παλιννοστούντων είναι από την Αλβανία, την Ρωσία και την Γεωργία.

Χώρες της Ευρώπης

Άγιος Μαρίνος | Αζερμπαϊτζάν1 | Αλβανία | Ανδόρρα | Αρμενία2 | Αυστρία | Βατικανό | Βέλγιο | Βοσνία και Ερζεγοβίνη | Βουλγαρία | Γαλλία | Γερμανία | Γεωργία2 | Δανία | Δημοκρατία της Ιρλανδίας | Ελβετία | Ελλάδα | Εσθονία | Ηνωμένο Βασίλειο | Ισλανδία | Ισπανία | Ιταλία | Κροατία | Κύπρος2 | Λεττονία | Λευκορωσία | Λιθουανία | Λιχτενστάιν | Λουξεμβούργο | Μάλτα | Μαυροβούνιο | Μολδαβία | Μονακό | Νορβηγία | Ολλανδία | Ουγγαρία | Ουκρανία | ΠΓΔΜ | Πολωνία | Πορτογαλία | Ρουμανία | Ρωσία1 | Σερβία | Σλοβακία | Σλοβενία | Σουηδία | Τουρκία1 | Τσεχία | Φινλανδία

Κτήσεις: Ακρωτήρι3 | Δεκέλεια3 | Νήσοι Φερόες | Γιβραλτάρ | Γκέρνσεϋ | Τζέρσεϋ | Νήσος Μαν

1. Κράτος μερικώς σε ασιατικό έδαφος. 2. Γεωγραφικά ανήκει στην Ασία, αλλά θεωρείται ευρωπαϊκό κράτος για ιστορικούς και πολιτισμικούς λόγους. 3. Βρετανικό έδαφος μέσα στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de