Αλανίνη


Η αλανίνη (διεθνείς συντομογραφίες: ala και A., ονομασία κατά IUPAC: 2-αμινοπροπανικό οξύ) είναι ένα α-αμινοξύ με συντακτικό τύπο . Το L-στερεοϊσομερές είναι ένα από τα 20 πρωτεϊνογενή αμινοξέα (δομικές μονάδες των πρωτεϊνών). Είναι ταξινομημένο ως μη πολικό αμινοξύ (αφού R = CH3 - μη πολικό). Η L-αλανίνη είναι δεύτερη σε συχνότητα εμφάνισης στις πρωτεΐνες (μετά από μόνο τη λευκίνη) και αποτελεί το 7,8% της πρωτογενούς δομής σε ένα δείγμα 1.150 πρωτεϊνών.

Η D-αλανίνη εμφανίζεται σε βακτηριακές μεμβράνες κυττάρων και σε μερικά αντιβιοτικά πολυπεπτίδια. Η αλανίνη είναι το δεύτερο απλούστερο πρωτεϊνογενές αμινοξύ, μετά τη γλυκίνη.

Αλανίνη (*)

Μια ιδιαίτερα πλούσια πηγή α-αλανίνης είναι η ινοΐνη (πρωτεΐνη) μεταξιού, από την οποία απομονώθηκε αρχικά η αλανίνη το 1879. Είναι ένα από τα μη απαραίτητα αμινοξέα καθώς μπορούν να τη συνθέσουν τα πουλιά και τα θηλαστικά από το μεταβολισμό υδατανθράκων και δεν απαιτείται η άμεση διατροφική λήψη της. Ωστόσο καλή πηγή αλανίνης αποτελούν οι ακόλουθες τροφές: κρέας, θαλασσινά, γαλακτοκομικά, αυγά, ζελατίνη, φασόλια, καρύδια, σπόροι, ρύζι, καλαμπόκι, σιτάρι, κ.ά.

Αλανίνη

Η αλανίνη μπορεί να βιοσυνθεθεί από πυροσταφυλικό οξύ και διακλαδισμένα αμινοξέα όπως η βαλίνη, η λευκίνη και η ισολευκίνη. Συνήθως παρασκευάζεται με αναγωγική αμμωνίωση πυροσταφυλικού οξέος. Επειδή οι αντιδράσεις τρανσαμίνωσης είναι εύκολα αντιστρέψιμες και το πυροσταφυλικό οξύ πρωτογενές, η αλανίνη μπορεί εύκολα να σχηματιστεί έτσι από τις μεταβολικές οδούς της γλυκόλυσης, γλυκονεογέννεσης και του κύκλου του κιτρικού οξέος.

Η β-αλανίνη (το 3-αμινοπροπανικό οξύ) δεν βρίσκεται στις πρωτεΐνες αλλά εμφανίζεται φυσικά σε δύο πολυπεπτίδια: καρνοσίνη και ανσερίνη, που βρίσκονται στο μαστοφόρο μυ. Είναι ένα σημαντικό συστατικό του παντοθενικού οξέος (βιταμίνη).

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org + LivePedia.gr http://www.livepedia.gr/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de