Μοζαμβίκη


Η Μοζαμβίκη ή Δημοκρατία της Μοζαμβίκης (πορτ.: Moçambique ή República de Moçambique) είναι μια εκτεταμένη χώρα στις νοτιοανατολικές ακτές της Αφρικής με έκταση 801.590km² και πληθυσμό 21.397.000[1]. Ορίζεται βόρεια από την Τανζανία, δυτικά από το Μαλάουι, τη Ζάμπια, τη Ζιμπάμπουε, νοτιοδυτικά από τη δημοκρατία της Νοτίου Αφρικής και τη Σουαζιλάνδη και ανατολικά από το Δίαυλο της Μοζαμβίκης (Ινδικός Ωκεανός). Το όνομα της πρωτεύουσας είναι Μαπούτο (Maputo).

Η χώρα είναι πολυκομματική Δημοκρατία, με Πρόεδρο τον Αρμάντο Γκουεμπούζα από το 2005 και Πρωθυπουργό τη Λουίζα Ντιόγκο. Σύμφωνα με την έκθεση των Δημοσιογράφων χωρίς Σύνορα (Worldwide Press Freedom Index 2006), η Μοζαμβίκη κατατάσσεται 45η ανάμεσα σε 168 χώρες.

Η ονομασία της χώρας προέρχεται από το όνομα ενός Άραβα σουλτάνου, γνωστό ως Muça Alebique.
Φυσική γεωγραφία

Η Μοζαμβίκη χωρίζεται από τον ποταμό Ζαμβέζη σε δύο ευρύτερες περιοχές: τα νότια βαθύπεδα και τα βόρεια υψίπεδα. Τα βαθύπεδα εκτείνονται σε υψόμετρο μέχρι 200, από τη θάλασσα μέχρι τα όρη Γκορονγκόσα και Μπίνγκα (στα νότια, 2.436 μ. το υψηλότερο σημείο της χώρας). Στα βόρεια της χώρας εκτείνεται η οροσειρά Ναμούλι (2.419 μ.) Κυριότερος ποταμός είναι ο Ζαμβέζης. Στη νότια πεδιάδα ρέουν και οι ποταμοί Σάβε και Λιμπόπο. Tο μήκος των ακτών της είναι 2.800 χιλιόμετρα.

Κλίμα και βλάστηση

Επικρατεί τροπικό και υποτροπικό θαλάσσιο κλίμα, με δύο εποχές την υγρή (Νοέμβριος-Μάρτιος) και την ξηρή (Απρίλιος-Οκτώβριος). Οι μέσες θερμοκρασίες ποικίλλουν από 15° ως 30°C, στα βαθύπεδα και από 11° ως 25°C στα υψίπεδα, ενώ οι μέσες ετήσιες βροχοπτώσεις κυμαίνονται από 500 ως 1.420 χιλιοστόμετρα. Στο νότο επικρατεί συχνά ξηρασία. Επίσης συχνά γίνεται εναλλαγή περιόδων ξηρασίας με καταστροφικές πλημμύρες. Στην Τέτε, που βρίσκεται στην Κοιλάδα του Ζαμβέζη έχει καταγραφεί θερμοκρασία 46 βαθμών Κελσίου υπό σκιά.

Τα υγρά βορειοδυτικά υψίπεδα καλύπτονται από πυκνή τροπική βλάστηση, τα ξηρότερα εσωτερικά βαθύπεδα από αραιή βλάστηση σαβάννας, ενώ στις ακτές και κυρίως στο Δέλτα του Ζαμβέζη αφθονούν οι κοκοφοίνικες και τα μαγκρόβια. Ο πλούσιος ζωικός κόσμος της χώρας περιλαμβάνει ζέβρες, βουβάλια, ρινόκερους, ελέφαντες, καμηλοπαρδάλεις, λιοντάρια, ύαινες και κροκοδείλους (στα ποτάμια). Προστατεύονται σε διάφορα εθνικά πάρκα, από τα οποία το Γκορονγκόζα είναι από τα πιο ενδιαφέροντα του νότιου τμήματος της αφρικανικής ηπείρου.

Ιστορία

Οι πρώτοι κάτοικοι της Μοζαμβίκης ήταν πιθανώς συγγενείς με το λαό των Σαν (Βουσμάνοι). Λαοί που μιλούσαν γλώσσα Μπαντού εγκαταστάθηκαν στην περιοχή μεταξύ 1ου και 4ου αιώνα. Άραβες έμποροι, αρχίζοντας από τον 8ο αιώνα, ίδρυσαν αποικίες που εξελίχθηκαν σε ανεξάρτητες πόλεις-κράτη. Το μεγαλύτερο μέρος της παράκτιας χώρας συνδέθηκε μ' αυτές πολιτικά και εμπορικά κατά την περίοδο μεταξύ 11ου και 15ου αιώνα. Το βασίλειο των Μουένε Ματάπα, λαού της ομάδας των Μαράβ, ήλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Κοιλάδας του Ζαμβέζη, όταν ο Βάσκο ντα Γκάμα αποβιβάστηκε στη Μοζαμβίκη το 1498. Το 1507 οι Πορτογάλοι είχαν ήδη καταλάβει την περιοχή και στην περιοχή είχε ιδρυθεί ήδη το εμπορικό κέντρο Μπέιρα (τότε ονομαζόταν Σοφάλα). Ο Πέδρο Καμπράλ είχε αποβιβαστεί στη Σοφάλα το 1500. Το 1531 ίδρυσαν δύο εμπορικές αποικίες στο εσωτερικό της χώρας και το 1544 ίδρυσαν ένα σταθμό στην ακτή του ποταμού Κελιμάνε. Από τα εμπορικά κέντρα που είχαν οι ίδιοι ιδρύσει, διακινούσαν τεράστιες ποσότητες χρυσού. Ο εποικισμός συνάντησε τη σκληρή αντίδραση των ιθαγενών. Οι Μουένε Ματάπα αναγνώρισαν τελικά την πορτογαλική κυριαρχία το 1629 και ο πρώτος αποικιακός κυβερνήτης των Πορτογάλων διορίστηκε το 1752. Στα τέλη του 19ου αιώνα η Πορτογαλία εκμίσθωσε το βόρειο τμήμα της Μοζαμβίκης σε βρετανικές εταιρείες, που κατάφεραν να θέσουν υπό τον απόλυτο έλεγχό τους τις αγροτικές καλλιέργειες, μετατρέποντάς τις σε φυτείες. Το 1948, επί πορτογαλικής διοίκησης, ξεκίνησαν πολιτικές αναταραχές. Το 1964 εγκαινιάστηκε ο ένοπλος απελευθερωτικός αγώνας κατά των αποικιοκρατών από το Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Μοζαμβίκης (FRELIMO), το οποίο είχε ιδρυθεί τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Έπειτα από την πτώση της δικτατορίας στην Πορτογαλία, η τελευταία κινήθηκε στην απαποικιοποίηση. Η Μοζαμβίκη έγινε ανεξάρτητη από τους Πορτογάλους στις 25 Ιουνίου του 1975.

Αμέσως μετά, έγινε Λαϊκή Δημοκρατία, με Πρόεδρο τον Σαμόρα Ματσέλ. Ο τελευταίος εγκαθίδρυσε σοσιαλιστικό κράτος και στα τέλη της δεκαετίας του ' 70 έκλεισε τα σύνορα με τη Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε), που υποστήριζε το κίνημα RENAMO (Εθνικό Κίνημα Αντίστασης της Μοζαμβίκης), πολέμιο του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Η Μοζαμβίκη υποστήριζε τους αντάρτες της Ροδεσίας στον δικό τους αγώνα για ανεξαρτησία. Στις αρχές της δεκαετίας του ' 80 το RENAMO υποστηρίχθηκε από το καθεστώς της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας. Ωστόσο, το 1984 η τελευταία υπέγραψε συμφωνία με τη Μοζαμβίκη, με βάση την οποία δε θα έκανε επίθεση η μία στην άλλη και θα εμπόδιζαν τη δράση ανταρτών που θα στρέφονταν κατά του άλλου κράτους. Ο Ματσέλ σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα, στις 19 Οκτωβρίου του 1986 στη Νότια Αφρική, η οποία αρνήθηκε τη δική της ανάμειξη στο γεγονός εκείνο[2]. Το FRELIMO προχώρησε στον ορισμό νέου Προέδρου και αυτός ήταν ο Ζοακίμ Σισάνο. Το 1990 ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα και η χώρα μετονομάστηκε σε Δημοκρατία της Μοζαμβίκης. Το RENAMO δεν αναγνώρισε το Σύνταγμα και συνέχισε τον ανταρτοπόλεμο, από τα εδάφη της Νότιας Αφρικής. Τελικά, τον Οκτώβριο του 1992 στη Ρώμη υπογράφηκε ειρηνευτική συμφωνία και τερματίστηκε ο εμφύλιος πόλεμος, του οποίου ο απολογισμός ως εκείνη την εποχή ήταν 1 εκατομμύριο νεκροί και περίπου 1,3 εκατομμύρια πρόσφυγες σε άλλα κράτη. Παράλληλα, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αποφάσισε την αποστολή διεθνούς επιχειρησιακής δύναμης 7.500 αντρών ονόματι ONUMOZ. Λίγα χρόνια μετά, το 1995 η δύναμη αυτή άρχισε να αποσύρεται, καθώς η κατάσταση στη χώρα εξομαλύνθηκε. Ωστόσο, κατάλοιπο του εμφυλίου πολέμου παρέμειναν οι νάρκες, που βρίσκονται ακόμη στο έδαφος της αφρικανικής χώρας και εξακολουθούν να ευθύνονται για θανάτους και ακρωτηριασμούς ανθρώπων και ζώων λόγω τυχαίας πυροδότησής τους.

Το 1994 διεξήχθησαν οι πρώτες γενικές εκλογές, στις οποίες συμμετείχε και το RENAMO, ως πολιτικό κόμμα πια. Πρόεδρος εξελέγη ο Σισάνο, όπως και στις εκλογές του 1999. Το 2004 εξελέγη Πρόεδρος ο Αρμάντο Γκουεμπούζα, νέος υποψήφιος του RENAMO.

Πληθυσμός

Το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού αποτελείται από Αφρικανούς που μιλούν τις γλώσσες Μπαντού. Κύριες εθνολογικές ομάδες βόρεια του Ζαμβέζη είναι οι Μακούα-Λόμβε και οι Γιάο ενώ νότια πολυπληθέστεροι είναι οι Τσόνγκα. Άλλες ομάδες είναι οι Καράνγκα, οι Σόνα, οι Σουαχίλι, οι Τσόπι και οι Νγκούνι (Ενγκούνι). Υπάρχουν επίσης λίγοι Ευρωπαίοι (0,06%), μιγάδες Αφροευρωπαίοι (0,2%) και Ινδοί (0,08%).

Στη Μοζαμβίκη διατηρούνται υψηλά ποσοστά γεννήσεων και θανάτων που το 2003 έφτασαν το 36,9% και 23,0%, αντίστοιχα. Η φυσική αύξηση (13,9% το 2003) μετριάζεται από τη μεγάλη μετανάστευση. Η πληθυσμιακή πυκνότητα (2006) ανέρχεται σε 24,55 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού ήταν 1,38% το 2006,ενώ με βάση στοιχεία για την ίδια χρονιά, το προσδόκιμο ζωής των γυναικών ήταν 40,13 χρόνια για τις γυναίκες και 39,53 έτη για τους άνδρες.

Οι κυριότερες πόλεις είναι κτισμένες κοντά στις ακτές, καθώς ανέκαθεν αποτελούσαν εμπορικά κέντρα. Το 35% του συνόλου του πληθυσμού της χώρας ζει στις πόλεις. Εκτός από τη Μαπούτο, σημαντικές πόλεις της Μοζαμβίκης είναι η Ναμπούλα, κτισμένη στον Πορθμό της Μοζαμβίκης, πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή που φτάνει στα ανατολικά μέχρι το λιμάνι Λούμπο, η Μπέιρα , κτισμένη στις εκβολές του πλωτού ποταμού Πούνγκουε, και η Μοζαμβίκη. Οι παραπάνω πόλεις αποτελούν εμπορικά κέντρα και πρωτεύουσες επαρχιών, με εξαίρεση την πόλη της Μοζαμβίκης, η οποία ανήκει στην επαρχία Ναμπούλα και είναι κτισμένη πάνω στο ομώνυμο κοραλλιογενές νησί της χώρας στον Ινδικό Ωκεανό.

Θρησκεία

Οι κάτοικοι στα νότια της χώρας δηλώνουν ρωμαιοκαθολικοί χριστιανοί (23,8%). Στα βόρεια υπάρχουν αρκετοί μουσουλμάνοι (17,8%), ενώ πολλοί δηλώνουν άλλες μορφές χριστιανικής πίστης (30,2%) και οι υπόλοιποι ακολουθούν παραδοσιακές αφρικανικές λατρείες (15,5%). Το 17,5% είναι οπαδοί της Εκκλησίας της Ζάιον (μείξη χριστιανισμού με αφρικανικές ανιμιστικές λατρείες). Ποσοστό άνω του 23% δηλώνουν άθεοι ή άθρησκοι.

Γλώσσα

Η πορτογαλική γλώσσα, αν και επίσημη γλώσσα του κράτους , ομιλείται μόνο στις αστικές περιοχές. Οι Ουαγιάο ή Ατζάουα ομιλούν τη σουαχίλι και δέχτηκαν αραβικές επιδράσεις. Οι πιο μορφωμένοι Μοζαμβικανοί μιλούν και αγγλικά, τα οποία διδάσκονται ως δεύτερη ή ξένη γλώσσα.

Οικονομία

Η Μοζαμβίκη είναι μια αναπτυσσόμενη οικονομία η οποία βασίζεται κατά κύριο λόγο στη γεωργία, στο εμπόριο και στην ελαφρά βιομηχανία. Οι σημαντικές βιομηχανικές μονάδες δραστηριοποιούνται στην επεξεργασία τροφίμων, στη χαλυβουργία και στον εκκοκισμό βάμβακος. Το 2003, το ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ) έφτανε τα 3.900.000.000 δολλάρια ΗΠΑ και το κατά κεφαλήν εισόδημα, που διαχρονικά μειώνεται λόγω της μεγάλης αύξησης του πληθυσμού, τα 210 δολλάρια ΗΠΑ. Σύμφωνα με υπολογισμούς, το 2001 το 70% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας.

Τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας βρήκαν τη χώρα με ανεκπαίδευτο εργατικό δυναμικό και με υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού. Η οικονομία της στηριζόταν αποκλειστικά στην εξαγωγή φθηνών πρώτων υλών. Ακολούθησε η κρατικοποίηση των αγροτικών και βιομηχανικών μονάδων από την κυβέρνηση (ως εκείνη τη στιγμή ανήκαν σε ξένους). Οργανώθηκε οικονομικός σχεδιασμός. Οι προσπάθειες για οικονομική ανάπτυξη περιορίστηκαν τη δεκαετία του ' 90, λόγω της ξηρασίας και του εμφυλίου πολέμου.

Μόλις το 4% του συνολικού εδάφους του κράτους είναι καλλιεργήσιμο. Η γεωργία συνεισφέρει το 1/5 του ΑΕΠ και απασχολεί τα 3/5 του εργατικού δυναμικού. Παράγονται καλαμπόκι, ινδικές καρύδες, φιστίκια, βαμβάκι, και ζάχαρη. Καλλιεργούνται επίσης μανιόκα, αραχίδα, δημητριακά και ζαχαροκάλαμο. Η Μοζαμβίκη είναι πρώτη στον κόσμο στην παραγωγή ανακαρδίου. Στην περιοχή του Κελιμάνε καλλιεργούνται τσάι και κοκκοφοίνικες. Μάλιστα, στην εν λόγω περιοχή βρίσκεται και το μεγαλύτερο φοινικοδάσος στον κόσμο. Η διάδοση της μύγας τσε-τσε αποτελεί εμπόδιο στην ανάπτυξη της κτηνοτροφίας. Τελευταία γίνονται προσπάθειες για την ανάπτυξη της αλιείας, ιδιαίτερα γαρίδας. Η εκμετάλλευση του δασικού πλούτου γίνεται σε μικρό βαθμό και αφορά κυρίως την παραγωγή καυσόξυλων. Εξάγεται στρογγυλή ξυλεία, κυρίως στη Νότια Αφρική. Το 2000 και το 2001 η αγροτική παραγωγή επλήγη από πλημμύρες.

Η Μοζαμβίκη διαθέτει μεγάλο ορυκτό πλούτο, όπως π.χ. γαιάνθρακα, σιδηρομετάλλευμα, τανταλίτη (τα μεγαλύτερα αποθέματα στον κόσμο), φυσικό αέριο, μαγγάνιο, ουράνιο, διαμάντια, και αμίαντο, όμως μικρό μέρος του βρίσκεται υπό εκμετάλλευση. Η μεταποίηση συνεισφέρει το 1/10 του ΑΕΠ και περιορίζεται στην επεξεργασία των τοπικών πρώτων υλών. Ηλεκτρισμός παράγεται κυρίως στο Φράγμα Καμπόρα Μπάσα. Το συντριπτικό ποσοστό της ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται από υδροηλεκτρικούς σταθμούς και το 4% από θερμοδυναμικούς.

Η χώρα συνδέεται σιδηροδρομικώς με τη Νότια Αφρική, τη Σουαζιλάνδη, τη Ζιμπάμπουε, και το Μαλάουι. Το εμπορικό ισοζύγιό της είναι χρόνια ελλειμματικό. Κύριοι εμπορικοί της εταίροι είναι η Νότια Αφρική, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ζιμπάμπουε.

Νομισματική μονάδα της χώρας είναι το μετικάλ. Ωστόσο, ευρέως αποδεκτά στις συναλλαγές είναι και το Ραντ Νότιας Αφρικής, το Δολάριο ΗΠΑ και το ευρώ. Ο μικρότερος νόμιμος μισθός είναι γύρω στα 60 δολάρια ΗΠΑ το μήνα. Η χώρα είναι μέλος της Αναπτυξιακής Κοινότητας της Νοτιότερης Αφρικής (SADC).

Πολιτικά

Η Μοζαμβίκη ήταν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μια μονοκομματική δημοκρατία. Όλες οι εξουσίες βρίσκονταν στα χέρια του FRELIMO (Frente de Libertação de Moçambique)("Μέτωπο Απελευθέρωσης της Μοζαμβίκης"). Ωστόσο, το Νοέμβριο του 1990 ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα που καθιέρωνε την πολυκομματική δημοκρατία. Το νέο Σύνταγμα όρισε ως ανώτατο όριο παρουσίας του στο αξίωμα του Προέδρου τις τρεις διαδοχικές πενταετείς θητείες και εισήγαγε τον θεσμό του Κοινοβουλίου, με περιορισμένο δικαίωμα βέτο επί των αποφάσεων του προέδρου.

Εκτελεστική εξουσία

Το πολίτευμα της χώρας είναι Κοινοβουλευτική Προεδρική Δημοκρατία. Αρχηγός Κράτους είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία από το λαό για πενταετή θητεία. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται επίσης από τον Αρχηγό της Κυβέρνησης (Πρωθυπουργός) και το Υπουργικό Συμβούλιο. Πρόεδρος είναι ο Αρμάντο Γκουεμπούζα από το 2005 και Πρωθυπουργός η Λουίζα Ντιόγκο.

Νομοθετική εξουσία

Η νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Βουλή (Εθνοσυνέλευση), που απαρτίζεται από 250 μέλη. Αυτά εκλέγονται κάθε πενταετία με καθολική ψηφοφορία από το λαό. Η Βουλή συστάθηκε για πρώτη φορά το 1994. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν και τοπικές Συνελεύσεις. Οι πολίτες και των δύο φύλων αποκτούν δικαίωμα ψήφου στην ηλικία των 18 ετών.

Δικαστική εξουσία

Το Ανώτατο Δικαστήριο είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των σοβαρών υποθέσεων, ενώ λειτουργούν και επαρχιακά, περιφερειακά και δημοτικά δικαστήρια.

Πολιτικές συνθήκες

Εκλογές
Οι πρώτες εκλογές διεξήχθησαν στη χώρα το 1994 . Πρόεδρος, με 53% των ψήφων εξελέγη ο Ζοακίμ Σισάνο. Παράλληλα, ψηφίστηκε και η σύσταση Εθνοσυνέλευσης, απαρτιζόμενης από 250 μέλη. Υπέρ της δημιουργίας της Βουλής ψήφισαν 129 αντιπρόσωποι του Μετώπου Απελευθέρωσης της Μοζαμβίκης (FRELIMO), 112 αντιπρόσωποι από το Κίνημα Αντίστασης της Μοζαμβίκης (RENAMO) και 9 από τρία άλλα μικρότερα κόμματα, που ίδρυσαν τη Δημοκρατική Ένωση (UD). Από την ίδρυσή της, το 1994, η Εθνοσυνέλευση κατάφερε να αποδεσμευτεί από την εκτελεστική εξουσία.

Έπειτα από καθυστερήσεις, το 1998 διεξήχθησαν οι πρώτες τοπικές εκλογές, με το κυριότερο κόμμα της Αντιπολίτευσης, RENAMO, να μη μετέχει στις εκλογές, επικαλούμενο προβλήματα και λάθη στη διαδικασία εγγραφής των ψηφοφόρων. Η συμμετοχή ήταν πολύ χαμηλή και τις έδρες κατέλαβαν ανεξάρτητοι.

Στη συνέχεια, η κυβέρνηση προχώρησε στον επανασχεδιασμό του εκλογικού Νόμου, ο οποίος ψηφίστηκε με ομοφωνία, το Δεκέμβριο του [[1998]. Στις 3-5 Δεκεμβρίου του 1999 διεξήχθησαν οι δεύτερες γενικές εκλογές, με υψηλό ποσοστό συμμετοχής. Οι διεθνείς παρατηρητές συμφώνησαν ότι η διαδικασία των εκλογών είχε κυλήσει ομαλά και ήταν καλά οργανωμένη. Με μικρή διαφορά της τάξης 4% ο Πρόεδρος Σισάνο επανεξελέγη, έναντι του Αφόνσο Ντλακάμα από το RENAMO-Εκλογική Ένωση. Η Αντιπολίτευση δεν αναγνώρισε το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών και προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, χωρίς αποτέλεσμα. Τον Ιανουάριο του 2000 ο Σισάνο ανέλαβε Πρόεδρος για μία ακόμη πενταετή θητεία. Το FRELIMO αύξησε την πλειοψηφία του στην Εθνοσυνέλευση, με 133 επί συνόλου 250 εδρών έναντι 116 για τον συνασπισμό RENAMO-UE και μία έδρα για έναν ανεξάρτητο υποψήφιο.

Το Νοέμβριο του 2003 διεξήχθησαν και οι δεύτερες τοπικές εκλογές, αυτή τη φορά με συμμετοχή των FRELIMO, RENAMO-UE και ανεξαρτήτων κομμάτων. Η συμμετοχή στις εκλογές ήταν 24% έναντι 15% για τις πρώτες δημοτικές εκλογές. Το FRELIMO κέδρισε 28 δήμους και την πλειοψηφία σε 29 δημοτικά συμβούλια, ενώ το RENAMO κέρδισε 5 δήμους και την πλειοψηφία σε 4 δημοτικλα συμβούλια.

Η κυβέρνηση ενέκρινε νέο εκλογικό Νόμο το Μάιο του 2004. Οι γενικές εκλογές διεξήχθησαν στις 1-2 Δεκεμβρίου του 2004 και πρόεδρος εξελέγη ο υποψήφιος του FRELIMO , Αρμάντο Γκουεμπούζα, με 64% των ψήφων. Ο αντίπαλός του, υποψήφιος του RENAMO, Αφόνσο Ντλακάμα έλαβε το 32% των ψήφων. Στις ταυτόχρονες βολευτικές εκλογές, το FRELIMO εξασφάλισε 160 έδρες στο Κοινοβούλιο έναντι 90 για το RENAMO και αρκετά άλλα μικρότερα κόμματα. Στις 2 Φεβρουαρίου του 2005 ορκίστηκε Πρόεδρος ο Γκουεμπούζα. Το RENAMO και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης έκαναν λόγο για νοθεία και αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τα αποτελέσματα των εκλογών. Οι διεθνείς παρατηρητές επέκριναν με τη σειρά τους τη διαδικασία διεξαγωγής των εκλογών.

Περίθαλψη

Αν και ανεπαρκείς, οι ιατρικές υπηρεσίες βελτιώνονται και παρέχονται δωρεάν από το κράτος. Η κυβέρνηση έχει ξεκινήσει εκστρατεία καταπολέμησης των λοιμωδών νόσων. Κυριότερες ασθένειες είναι η ελονοσία, η φυματίωση, η δυσεντερία, η ιλαρά, η πνευμονία, η ηπατίτιδα και το AIDS[3]. Το προσδόκιμο ζωής έφτανε(2003) τα 38 χρόνια .

Εκπαίδευση

Η εκπαίδευση παρέχεται δωρεάν και είναι υποχρεωτική για τα παιδιά ηλικίας 6 ως 14 ετών. Πολλά παιδιά δεν πηγαίνουν σχολείο, επειδή εργάζονται σε γεωργικές εργασίες. Λειτουργούν τετραετή πρωτοβάθμια και επταετή δευτεροβάθμια σχολεία, αλλά η παρακολούθηση σε αυτά είναι πολύ χαμηλή, με αποτέλεσμα ο αναλφαβητισμός να υπερβαίνει το 55%. Ανώτατη εκπαίδευση παρέχει το Πανεπιστήμιο Εντουάρτου Μοντλάνε, στο Μαπούτο.

Διοικητική διαίρεση

Η αφρικανική χώρα υποδιαιρείται σε 10 επαρχίες (provincias) και μία πόλη που είναι πρωτεύουσα (cidade) με θέση επαρχίας.

Οι επαρχίες επιπλέον υποδιαιρούνται σε 129 περιφέρειες (distritos). Αυτές επιμέρους χωρίζονται σε "Postos Administrativos" και οι τελευταίες σε Localidades (κοινότητες), που είναι και ο κατώτερος όρος για διοικητική διαίρεση. Από το 1998 έχουν συσταθεί 33 "Municípios" (Δήμοι) στη Μοζαμβίκη.
1. Κάμπο Ντελγκάντο
2. Γκάζα
3. Ινχαμπάνε
4. Μανίκα
5. Μαπούτο (περιφέρεια πρωτεύουσας)
6. Μαπούτο (επαρχία)
7. Ναμπούλα
8. Νιάσσα
9. Σοφάλα
10. Τέτε
11. Ζαμπέζια

Διεθνείς οργανισμοί

Η χώρα είναι μέλος της Κοινότητας Πορτογαλόφωνων Κρατών, της Κοινοπολιτείας, της Αφρικανικής Ένωσης, της Αναπτυξιακής Κοινότητας της Νοτιότερης Αφρικής (SADC), του ΟΗΕ , του Κινήματος Αδεσμεύτων (NAM), του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης και άλλων διεθνών οργανισμών. Το 1984 άρχισε ο απογαλακτισμός της χώρας από τη Σοβιετική Ένωση, με την ένταξή της στην Παγκόσμια Τράπεζα και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Επικοινωνίες και μεταφορές

Σημαντικότερο λιμάνι της χώρας είναι η πρωτεύουσα, Μαπούτο, με διεθνές αεροδρόμιο που παρουσιάζει μεγάλη κίνηση και σιδηροδρομικό σταθμό, που κτίστηκε το 1910 από το διάσημο Γάλλο μηχανικό Αλέξανδρο-Γουσταύο Άιφελ. Άλλα λιμάνια είναι η Μπέιρα, η Κελιμάνε, η Νακάλα και η Πέμπα. Στην πόλη της Μοζαμβίκης λειτουργεί επίσης αεροδρόμιο. Συνολικά λειτουργούν 158 αεροδρόμια. Η Μπέιρα συνδέεται σιδηροδρομικώς με τις γειτονικές χώρες. Το σιδηροδρομικό δίκτυο εκτείνεται στα 3.123 χλμ. (το 2005) και το οδικό δίκτυο στα 30.400 χλμ. (1999).

Πολιτισμός

Το κράτος προσπαθεί να διατηρήσει ζωντανά τα παραδοσιακά του ήθη και έθιμα, ενισχύοντάς τα συστηματικά. Τα διάφορα πολιτιστικά κέντρα συγκεντρώνουν υλικό για την ντόπια λογοτεχνία, μουσική, χειροτεχνία και μυθολογία. Οι Πορτογάλοι δημιούργησαν στη χώρα φρούρια, οχυρά, ναούς και άλλα κτίσματα, πολλά από τα οποία σώζονται ως σήμερα.

Αξιοθέατα

Σημαντικότερο μνημείο στη χώρα είναι το φρούριο Σάο Σεμπαστιάο, ενώ ενδιαφέρων είναι και ο καθεδρικός ναός στην πόλη της Μοζαμβίκης. Στην πρωτεύουσα , Μαπούτο, βρίσκονται αρκετά μνημεία που θυμίζουν το πορτογαλικό παρελθόν, όπως το παλαιό φρούριο του 1787 (Νόσα Σενιόρα ντε Κονσεϊσάο), η εκκλησία της Νόσα Σενιόρα ντα Φάτιμα και ο σιδηροδρομικός σταθμός. Στη Μαπούτο συναντά κανείς και σύγχρονα κτήρια, πλατείες και μουσεία (Ιστορικό, Στρατιωτικό, Φυσικής Ιστορίας κλπ.) . Παράλληλα, υπάρχουν πολλά μουσεία και ναοί σε πόλεις. Ο επισκέπτης μπορεί να δει το Εθνικό Μουσείο Εθνογραφίας στη Ναμπούλα, το Μουσείο Διακοσμητικών Τεχνών στην πόλη της Μοζαμβίκης και να επισκεφθεί ναούς από την αποικιακή περίοδο. Το Νησί της Μοζαμβίκης ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την ΟΥΝΕΣΚΟ το 1991.

Μουσική

Η μουσική στο αφρικανικό κράτος χαρακτηρίζεται από παραδοσιακούς ρυθμούς, με σημαντικότερο αυτόν των ιθαγενών Τσόπι, που κατοικούν κοντά στις ακτές της Μοζαμβίκης. Οι Τσόπι χρησιμοποιούν ξυλόφωνα (timbila) με κλίμακες διαφορετικές από τους μουσικούς της Δύσης. Στις πόλεις είναι διαδεδομένος ο ρυθμός mararbenta, που προσιδιάζει στην καλίψο και τη σάλσα της Κεντρικής Αμερικής, όπως επίσης και με το μερένγκε της Αγκόλας. Τα τελευταία χρόνια διάφοροι μουσικοί συνδύασαν αυτό το ρυθμό με τους ήχους της αφροαμερικανικής τζαζ και με την kwela, που κατάγεται από τη Νότια Αφρική.

Παραπομπές

1. ↑ CIA World Fact Book
2. ↑ Special Investigation into the death of President Samora Machel. Truth and Reconciliation Commission (South Africa). Ανακτήθηκε 18 Ιουνίου 2006.
3. ↑ in.gr

Βιβλιογραφία

* Abrahamsson, Hans Mozambique: The Troubled Transition, from Socialist Construction to Free Market Capitalism London: Zed Books, 1995
* Cahen, Michel Les bandits: un historien au Mozambique_, Paris: Gulbenkian, 1994
* Pitcher, Anne Transforming Mozambique: The politics of privatisation, 1975–2000 Cambridge, 2002
* Newitt, Malyn A History of Mozambique Indiana University Press
* Varia, "Religion in Mozambique", LFM: Social sciences & Missions No. 17, Δεκέμβριος 2005
* Mwakikagile, Godfrey, Nyerere and Africa: End of an Era, Third Edition, New Africa Press, 2006, "Chapter Seven: "The Struggle for Mozambique: The Founding of FRELIMO in Tanzania," pp. 206 - 225, ISBN 978-0980253412; Mwakikagile, Godfrey, Africa and America in The Sixties: A Decade That Changed The Nation and The Destiny of A Continent, First Edition, New Africa Press, 2006, ISBN 978-0980253429
* Παγκόσμιος Γεωγραφικός Άτλας, τ.9, σελ, 484-505, εκδ. ΔΟΜΗ, 2006.

Εξωτερικές συνδέσεις

Χώρες της Αφρικής

Αγκόλα | Αίγυπτος | Αιθιοπία | Ακτή Ελεφαντοστού | Αλγερία | Γκάμπια | Γκαμπόν | Γκάνα | Γουινέα | Γουινέα-Μπισσάου | Δυτική Σαχάρα1 | Ερυθραία | Ζάμπια | Ζιμπάμπουε | Ισημερινή Γουινέα | Καμερούν | Κεντροαφρικανική Δημοκρατία | Κένυα | Κομόρες | Δημοκρατία του Κονγκό | Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό | Λεσότο | Λιβερία | Λιβύη | Μαδαγασκάρη | Μαλάουι | Μάλι | Μαρόκο | Μαυρίκιος | Μαυριτανία | Μοζαμβίκη | Μπενίν | Μποτσουάνα | Μπουρκίνα Φάσο | Μπουρούντι | Ναμίμπια | Νίγηρας | Νιγηρία | Νότια Αφρική | Ουγκάντα | Πράσινο Ακρωτήριο | Ρουάντα | Σάο Τομέ και Πρίνσιπε | Σενεγάλη | Σεϋχέλλες | Σιέρρα Λεόνε | Σομαλία | Σουαζιλάνδη | Σουδάν | Τανζανία | Τζιμπουτί | Τόγκο | Τσαντ | Τυνησία

1.Αναγνωρίζεται από 46 χώρες

Εξαρτημένα Εδάφη

Νήσος Αγίας Ελένης | Θεούτα | Κανάριες Νήσοι | Μαγιότ | Μελίγια | Πουντλάνδη | Ρεϊνιόν | Σοκότρα | Σομαλιλάνδη

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de